ΟΥΓΓΑΡΙΑ 1956 (Μέρος Τρίτο)

Πάντως υπήρξαν δυο κρίσιμα ερωτήματα, τα οποία δεν είχε θέση σοβαρά και υπεύθυνα ο Ναγκυ και οι ένθερμοι υποστηρικτές του: α) Το ερώτημα αν είναι ρεαλιστικό πολιτικά να ζητάς την έξοδο από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας; και β) ποια μεγάλη δύναμη θα εγγυούταν την ουδετερότητα της χώρας; Ο Ναγκυ μην έχοντας απάντηση στο δεύτερο ερώτημα (ενώ το πρώτο ούτε καν το είχε θέσει) πρότεινε τον ΟΗΕ ως εγγυητή και απευθύνθηκε σ αυτόν.

Αξίζει να πούμε ότι αυτές οι αποφάσεις της κυβέρνησης είχαν παρθεί κάτω από το κλίμα που δημιουργήθηκε με την κίνηση των σοβιετικών στρατευμάτων με κατεύθυνση τη Βουδαπέστη και με σκοπό την ανατροπή της κυβέρνησης.

Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι αν οι σοβιετικοί στήριζαν τις ενέργειες της κυβέρνησης με πολιτικά μέσα, χωρίς την επέμβαση του στρατού, θα μπορούσε η χώρα να διατηρήσει τον σοσιαλιστικό της προσανατολισμό, σε μια αντίληψη πολυκομματικού συστήματος με την παράλληλη εξασφάλιση της ηγεμονίας του αποσταλινοποημένου νέου κόμματος με γενικό γραμματέα τον Κάνταρ Γιάνος, τη διατήρηση του κυρίαρχου ρόλου της δημόσιας και κοινωνικής ιδιοκτησίας, με μορφές ανάλογες και με εκείνες του γιουγκοσλαβικού μοντέλου της αυτοδιαχείρισης, την κατοχύρωση του εργατικού ελέγχου που ζητούσαν τα εργατικά συμβούλια και την ανάπτυξη άλλων σχέσεων με τη Σ.Ε. και το ΚΚΣΕ στη βάση της ανεξαρτησίας και της αυτοτέλειας, χωρίς να καταγγέλλεται ανοιχτά η συμφωνία της Γιάλτας, την τήρηση σε κρίσιμο θέματα ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής της χώρας έναντι της Δύσης Ακόμα την ανάπτυξη σχέσεων πολιτικής ισοτιμίας της χώρας στα πλαίσια του Συμφώνου της Βαρσοβίας, αφού η έξοδος από αυτό ήταν σε κάθε περίπτωση για τότε μη ρεαλιστική.

Πιστεύω δηλαδή ότι είναι σχηματική η άποψη ότι το πολυκομματικό σύστημα θα οδηγούσε οπωσδήποτε στην αλλαγή του συσχετισμού των πολιτικών δυνάμεων στη χώρα, ότι το κομμουνιστικό κόμμα, το κόμμα του Κάνταρ θα έχανε την ηγεμονία στην πολιτική και στο κράτος, έτσι που τελικά θα οδηγιόταν η χώρα, με εκλογές στην παλινόρθωση του καπιταλισμού. Πράγμα που δεν το ήθελαν βέβαια τα εργατικά συμβούλια, οι επαναστατικές επιτροπές των σπουδαστών και της διανόησης. Ακόμα και το μεγαλύτερο μάλλον μέρος των εθνικών επαναστατικών συμβουλίων. Πιστεύω ότι είναι σωστή η εκτίμηση – άποψη του Ούγγρου φιλόσοφου Γκάσπαρ Μίκλος Τάμας ότι στη « σύντομη επανάσταση του 1956...ήταν περιθωριακές οι φωνές που ζητούσαν την παλινόρθωση του καπιταλιστικού συστήματος και μια συντηρητική κυβέρνηση», παραδεχόμενος βέβαια και ο ίδιος ότι «είναι πολύ δύσκολο να πούμε πιο δρόμο θα έπαιρνε η επανάσταση, εάν δεν είχε τόσο γρήγορα κατασταλεί».(Η ΕΠΟΧΗ, όπ. π.)

Εξάλλου, κάτι που δεν έχει γίνει ιστορικά δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι θα μπορούσε να γίνει, μόνο επειδή λογικά θεωρείται ότι θα μπορούσε και θα έπρεπε να γίνει! Ωστόσο με γνώση των εξελίξεων στον χώρο της αριστεράς στην Ουγγαρία στην περίοδο μετά το θάνατο του Στάλιν, ειδικότερα μετά το 20- συνέδριο του ΚΚΣΕ, πιστεύω ότι αυτή η εκτίμηση δεν είναι αυθαίρετη. Είναι εξάλλου βέβαιο ότι, σε γενικές γραμμές, οι υποχωρήσεις σε θέματα αριστερής δημοκρατικής πολιτικής φιλοσοφίας και πρακτικής, όπως οι υπαναχωρήσεις έναντι του σταλινισμού και των σταλινικών, αλλά και σε πολύ συγκεκριμένα θέματα, είχαν γίνει κάτω από τις πιέσεις της σοβιετικής ηγεσίας. Αξίζει να πω ότι από τις 23 του Οκτώβρη ως και τις 4 Νοέμβρη υπήρχε μόνιμα σοβιετική παρουσία από πρωτοκλασάτα στελέχη στην Ουγγαρία, στη Βουδαπέστη : Μικογιάν, Μαλενκόφ, Σουσλόφ, Σέροφ, ενώ παρενέβαινε άμεσα στις εξελίξεις και ο Χρουστσόφ, και βέβαια ο πρεσβευτής της Σ.Ε. στην Ουγγαρία Αντρόποφ. Είχε γίνει καθεστώς η συμμετοχή ενός ή περισσότερων από αυτούς στις συνεδριάσεις της Κ.Ε. του κόμματος, ακόμα και στις συνεδριάσεις του Π.Γ. του kόμματος, όποτε αυτό το θεωρούσαν αναγκαίο, ενώ ο γενικός γραμματέας του κόμματος(Κάνταρ Γιάνος) και ο πρωθυπουργός(Ναγκυ Ίμρε) έπρεπε να ενημερώνουν τακτικά, ακόμα και με γραπτές εκθέσεις την Κ.Ε. του ΚΚΣΕ για τους χειρισμούς τους σε κρίσιμα πολιτικά θέματα και για την κατάσταση στη χώρα. Εξάλλου οι σοβιετικοί συμμετείχαν άμεσα στις διεργασίες για τη σύνθεση της ηγεσίας του κόμματος, ακόμα και της κυβέρνησης. Και ήταν πλήγμα κύρους γι αυτούς που ο Ναγκυ με τη συναίνεση και του Κάνταρ, δηλαδή του νέου κόμματος, του MSZMP (Ουγγρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα Εργατών) προχώρησε στη συγκρότηση πολυκομματικής κυβέρνησης, με πρότυπο τη συμμαχική κυβέρνηση του 1945, όσον αφορά τη σύνθεσή της.

Εξάλλου, η πρακτική της επέμβασης στα εσωτερικά του ουγγρικού κομμουνιστικού κόμματος (Κόμμα του Εργαζόμενου Λαού ήταν η επίσημη ονομασία του – MDP) υπήρχε και πριν από τις 23 του Οκτώβρη ως ένα καθεστώς το οποίο το κόμμα του Ράκοσι το ήθελε και το επιδίωκε, και θα πρέπει να πω ότι ήταν εθισμένη σε αυτό όλη ηγεσία του. Εξάλλου η ηγετική τρόικα (Ράκοσι, Γκέρου, Φάρκας), αλλά και άλλοι, όπως ο Ρήβαη, ήταν μέλη του ΚΚΣΕ.

Κλείνω προς την άποψη ότι χωρίς την ασφυκτική άμεση καθημερινή και για κάθε στιγμή επέμβαση της σοβιετικής ηγεσίας, το ουγγρικό κόμμα με ηγέτη τον Γιάνος Κάνταρ και με πρωθυπουργό τον Ναγκυ Ίμρε, δοκιμασμένο μπολσεβίκο, αλλά από το 1955 και μετά ηγέτη με διαμορφωμένη αριστερή δημοκρατική αντίληψη, η Ουγγαρία θα μπορούσε ομαλά να βγει από την κρίση, χωρίς να εγκαταλείψει τη σοσιαλιστική βάση του συστήματος και το σοσιαλιστικό προσανατολισμό της χώρας. Βέβαια, το να υποθέτει κανείς ότι το ΚΚΣΕ θα έμεινε απαθής σε μια τέτοια εξέλιξη που θα κατοχύρωνε την ανεξαρτησία και την αυτοτέλεια του κόμματος και της χώρας είναι μάλλον χωρίς βάση τουλάχιστον για κείνη την περίοδο. Αυτό υποστηρίζουν πολλοί όταν κρίνουν θετικά την ανάγκη για ριζικές υποχωρήσεις του Κάνταρ από τις θέσεις του νέου κόμματος και της κυβέρνησης κάτω από την ασφυκτική πίεση των σοβιετικών.

Το ότι ο Κάνταρ δέχτηκε να κάνει αυτές τις υποχωρήσεις, παραιτούμενος ακόμα και από τη δηλωμένη άποψή του ότι η εξέγερση δεν είχε τα χαρακτηριστικά της αντεπανάστασης, κάνει σοβαρούς ερευνητές να θεωρούν τον Κάνταρ ως ρεαλιστή πολιτικό με τη βεβαιότητα ότι αν δεν το έκανε αυτό οι σοβιετικοί θα εγκαθίδρυαν στην εξουσία τους δικούς τους ανθρώπους με σταλινικές αντιλήψεις (δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι στην ηγεσία του ΚΚΣΕ ήταν ακόμα ο Μολοτόφ, ο Μαλενκόφ, ο Καγκάνοβιτς, ο Μικογιάν. Εξάλλου, ούτε ο Χρουστσόφ ήταναπαλλαγμένος από το σταλινισμό, για να μην μιλήσουμε για το Σουσλόφ) πράγμα που θα οδηγούσε τη χώρα σε μεγαλύτερες περιπέτειες, λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξέγερση του 1956 δεν είχε μόνο πολιτικές επαναστατικές επιδιώξεις, δεν ήταν μόνον μια πολιτική επανάσταση αλλά και μια εθνική επανάσταση, πράγμα που το είχε πει και ο ίδιος ο Κάνταρ στην ιστορική ομιλία του στο ραδιόφωνο την 1-η του Νοέμβρη - αμέσως μετά τον απήγαγαν οι σοβιετικοί και με αεροπλάνο τον πήγαν στη Μόσχα, πετυχαίνοντας τη «συναίνεσή του» για τη δεύτερη στρατιωτική επέμβαση στις 4 του Νοέμβρη και την παράλληλη δημιουργία της προσωρινής επαναστατικής κυβέρνησης με ηγέτη τον ίδιο, που ήρθε στην εξουσία αμέσως μετά την καταστολή της εξέγερσης, και που με το νέο κόμμα ανάπτυξε αργότερα, από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 και μετά, αυτό που ονομάστηκε «καθεστώς – Κάνταρ» ή «κανταρικός σοσιαλισμός», ή «μαλακιά (ήπια) δικτατορία».

Θεωρώ λοιπόν αμφίβολο και το συλλογισμό ότι μια ουδέτερη Ουγγαρία όμοια με τη Γιουγκοσλαβία του Τίτο θα μπορούσε να αποτρέψει την παλινόρθωση του καπιταλισμού. Αυτό υποθέτει ο Βέρνερ Πάρκερ στο άρθρο του με τον τίτλο Τα γεγονότα του Οκτώβρη 1956 (Η ΕΠΟΧΗ 29.10.2006). Ιδού ολόκληρος ο συλλογισμός του : « Παραμένει το ερώτημα τι θα γινόταν αν δεν είχε παρέμβει η Σ.Ε. κι αν είχε αφήσει τον ουγγρικό σοσιαλισμό στην τύχη του. Σε ποια κατεύθυνση θα είχε εξελιχθεί μια ουδέτερη Ουγγαρία με σύστημα πολλών κομμάτων και ελεύθερες εκλογές. Πιθανώς δεν θα είχε αποφευχθεί η αστική παλινόρθωση. Βέβαια και η Γιουγκοσλαβία αποσύρθηκε από τη σοβιετική καθοδήγηση , όμως παρέμεινε ουσιαστικά άθικτο το μονοκομματικό σύστημα».

Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνά κανείς τη διαφορά ανάμεσα στις δυο χώρες και στα δυο κόμματα. Η Ουγγαρία σε αντίθεση με τη Γιουγκοσλαβία με το μεγάλο κίνημα αντίστασης κατά των Γερμανών κατακτητών, με κύριες αντιστασιακές δυνάμεις τις δυνάμεις που καθοδηγούσε το Κομμουνιστικό Κόμμα με επικεφαλής τον Γιόσεφ Μπροζ Τίτο, συμμάχησε με τη Γερμανία του Χίτλερ, συμμετείχε στον πόλεμο εναντίον της Σ.Ε.με 200.000 στρατό, μεγάλο μέρος του οποίου εξοντώθηκε στις μάχες του Ντον και του Στάλιγκραντ, ενώ όσοι αιχμαλωτίστηκαν κλείστηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ή/και εργασίας και πολλοί από αυτούς επέστρεψαν στη χώρα μετά από δέκα χρόνια. Η Ουγγαρία, που από το 1943 ήταν εξ ολοκλήρου ένα φασιστικό καθεστώς, μετά το πραξικόπημα του φασίστα Σάλασι και την κατοχή της χώρας από το γερμανικό στρατό, πολέμησε ως την τελευταία στιγμή τους σοβιετικούς στη Βουδαπέστη. Αυτές οι καταστάσεις κατέκλυσαν τις συνειδήσεις και τα βιώματα των Ούγγρων, από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Σε αντίθεση μ τους Γιουγκοσλάβους που τα αντιστασιακά βιώματα και τα βιώματα της απελευθέρωσης της χώρας που ήταν έργο δικό τους κυριαρχούσαν στις συνειδήσεις τους και στα βιώματά τους, μαζί με τα βιώματα της απελευθέρωσης της χώρας τους που ήταν έργο δικό τους. Η απελευθέρωση της Ουγγαρίας δεν ήταν έργο των Ούγγρων, έργο δικό τους αλλά μιας ξένης δύναμης, της Σ.Ε. του Κόκκινου Στρατού,τον οποίο οι περισσότεροι τον έβλεπαν ως στρατό κατοχής.

Βέβαια, και στην Ουγγαρία είχε αναπτυχθεί ένα κίνημα αντίστασης αλλά αυτό ήταν πολύ μικρό και δεν μέτρησε στην απελευθέρωση της χώρας, όπως μικρό και αδύναμο ήταν και το κομμουνιστικό κόμμα... Όμως, νομίζω ότι εδώ δεν χρειάζεται να επεκταθώ περισσότερο στις διαφορές των δυο χωρών και των δυο κομμάτων. Φτάνει μόνον να πω ότι οι Ούγγροι δεν διέθεταν –και δεν μπορούσαν να διαθέτουν – έναν ηγέτη με το ανάστημα και το κύρος του Τίτο στο Γιουγκοσλάβικο λαό αλλά και στον ευρύτερο χώρο....

Έχοντας υπόψη και αυτά τα δεδομένα, αλλά και τις θετικές εμπειρίες του ουγγρικού λαού από την περίοδο της λαϊκής δημοκρατίας, 1945 – 1947, όταν οι αριστεροί και οι προοδευτικοί άνθρωποι, μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης μπορούσαν να εκφραστούν πολιτικά, αλλά και πολιτιστικά ελεύθερα και δημιουργικά (Βλέπε το Φιλμ του Γιάντσο Μίκλος Λαμπεροί αιθέρες – Fényes szelek, καθώς και το έργο του Elektra) μπορεί να εκτιμήσει κανείς το ειδικό βάρος της ομιλίας του Γιάνος Κάνταρ την πρώτη του Νοέμβρη, όσον αφορά τις εκτιμήσεις μας για τις αιτίες της εξέγερσης και για την ίδια την εξέγερση του 1956- πριν προχωρήσουν οι σοβιετικοί στη δεύτερη στρατιωτική επέμβαση που με τη δύναμη των τανκ και των πυροβόλων όπλων καταστείλουν τη λαϊκή (ή και εργατική) εξέγερση και ακυρώσουν τις κατακτήσεις της - «πείθοντας» το Γιάνος Κάνταρ να υπαναχωρήσει από όσα πίστευε και υποστήριζε την πρώτη του Νοέμβρη ως μέλος της κυβέρνησης Ναγκυ Ίμρε και κυρίως ως γενικός γραμματέας του νέου κόμματος. Στην ομιλία του αυτή ο Κάνταρ τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής:

«Οι εκπρόσωποι του σταλινισμού στην Ουγγαρία, ο Ράκοσι και η κλίκα του, με την εγκληματική τους πολιτική έριξαν τόσο χαμηλά το κόμμα που έφτασε να γίνει όργανο της τυραννίας και της ηθικής δουλείας, της δουλοπρέπειας... Οι ρακοσικοί πρόσβαλαν την εθνική μας τιμή , το εθνικό μας φιλότιμο μηδενίζοντας την αυτοτέλεια της χώρας μας, την ελευθερία της και αλόγιστα σπατάλησαν την εθνική μας περιουσία». Ο Κάνταρ χαρακτηρίζει τα γεγονότα ως «ένδοξη εξέγερση του λαού» η οποία «κατάργησε την κυριαρχία του Ράκοσι και κατήγατε την ελευθερία του λαού» . « Οι κομμουνιστές συγγραφείς και δημοσιογράφοι, οι φοιτητές, οι νέοι του Κύκλου – Πέτεφι, οι χιλιάδες εργάτες και αγρότες, οι πρώην φυλακισμένοι με ψεύτικες κατηγορίες παλιοί αγωνιστές όλοι πήρατε μέρος στις πρώτες γραμμές του αγώνα ενάντια στο αυταρχικό καθεστώς και την τυχοδιωκτική πολιτική του Ράκοσι. Είμαστε περήφανοι που εμπνευσμένοι όλοι εσείς από αγάπη στην πατρίδα και πιστοί στο σοσιαλισμό με τιμή συμμετείχατε στην ένοπλη εξέγερση..... Μιλούμε με ειλικρίνεια σε σας .Η εξέγερση του λαού έχει φτάσει σε ένα σταυροδρόμι. Ή θα έχουν τη δύναμη τα δημοκρατικά κόμματα να εδραιώσουν τις κατακτήσεις τους ή θα βρεθούμε αντιμέτωποι με την αντεπανάσταση.... Δεν χύθηκε τόσο αίμα των νέων, των στρατιωτών, των εργατών και των αγροτών για να έρθει στη θέση της αυταρχικής κυριαρχίας του Ράκοσι η κυριαρχία της αντεπανάστασης... Δεν αγωνιστήκαμε για να πάρουν από τα χέρια των εργατών τα ορυχεία και τα εργοστάσια, τη γη από τους αγρότες.... για να επιστρέψουμε στον παλιό κόσμο της δουλείας των κυρίων και μαζί μ αυτό στη δουλεία των ξένων...».

Ο Χούσαρ, αναφερόμενος στην ομιλία του Κάνταρ την 1-η Νοεμβρίου σημειώνει : Δεν ήταν η στιγμή για να τεθεί το ερώτημα κατά πόσον η κρατική ιδιοκτησία ήταν ιδιοκτησία των εργατών και κατά πόσο οι αγροτικοί συνεταιρισμοί διαφεντεύονταν από τους ίδιους τους αγρότες ως αυτόνομες παραγωγικές μονάδες, κλπ.. (Χούσαρ, όπ.π. σελ.331)


(Συνεχίζεται...)