ΘΕΜΑΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Εκδόσεις Παρατηρητής, 2 τόμοι, 1994 και 1995.

Και στα δυο βιβλία είναι έντονος ο επιστημονικός προβληματισμός. Ωστόσο τα βιβλία αυτά (στα οποία έχω εντάξει οργανικά και μελέτες μου οι οποίες έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά) γράφτηκαν με προορισμό τη διδασκαλία. Πάντως κυρίαρχο στοιχείο είναι ο επιστημονικός προβληματισμός. . Σ' αυτόν είναι προσαρμοσμένο το ερευνητικό υλικό και η διδακτική πρόθεση.

Το πρώτο βιβλίο αρθρώνεται ως εξής: Μέρος πρώτο: Εκπαίδευση, εργασία και ανάπτυξη παλιά και σήμερα. Εισαγωγή: 1. Προβιομηχανική εποχή . 1.1. Εκπαίδευση και εργασία στην προβιομηχανική εποχή. 1.1.1. Αναλυτικbτερα για τις αιτίες λειτουργίας του σχολείου μακριά από την παραγωγή. 1.1.2. Δυνατότητες και όρια ανάπτυξης της διανοητικής δραστηριότητας 2. Η Εκπαίδευση σrη βιομηχανική εποχή 2.1. Η εκπαιδευτική δυναμική της βιομηχανικής εποχής. 2.2. Το ειδικό βάρος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και τα όριά της. 3. Η Εκπαίδευση σήμερα, αυξημένες δυνατότατες και νέα προβλήματα 3.1. Η επανάσταση των παραγωγικών δυνάμεων και η εκπαίδευση. 3.2. Επιστήμη - παιδεία - παραγωγή. 3.3.3 Εξελίξεις στους όρους και τις μορφές της εκπαιδευτικής διαδικασίας. 3.4. Τα τεχνικά όρια ανάπτυξης της εκπαίδευσης. 3.4.1. Η δυναμική της σύνδεσης επιστήμης και τεχνολογίας. 3.5 .Επιπτώσεις στην εκπαίδευση από την αλλαγή στο αντικείμενο εργασίας. 3.5.1. Αλλαγές στη μορφωτική σύνθεση του ερευνητικού δυναμικού. Η διαίρεση της εργασίας σε δημιουργική και μη δημιουργική. 3.5.2. Αλλαγές στη δομή απασχόλησης των εργαζομένων. Επιπτώσεις στην παιδεία και στον τρόπο ζωής. 3.5.3. Ζητήματα

προσαρμογής τον ανθρώπου στους γρήγορους ρυθμούς της ζωής. 3.5.4. Τα όρια αντίδρασης της εκπαίδευσης. 3.5.5. Τα πλεονεκτήματα της ελίτ των ειδικών. 3.5.6. Η φιλοσοφία των εκπαιδευτικών μέτρων. 3.5.7. Το ανθρωπολογικό πρόβλημα είναι αναπάντητο. 4. Αστικοποίηση του χωριού και αλλαγή του πολιτιστικού κλίματος της εκπαίδευσης 4.1. Η αστικοποίηση του χωριού. Γενικές παρατηρήσεις 4.2. 'Ο

"κοινωνικοποιητικός" ρόλος του σχc λείου 4.3. Σχολείο και πρότυπα ζωής. 4.4. Ο

σχεδιασμός του μέλλοντος από το ελληνικό σχολείο. Μέρος Δεύτερο: Το πρόβλημα της ισότητας εκπαιδευτικών ευκαιριών. Χρήσιμη ιστορική εμπειρία από τις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού) . 2.1 Ιδεολογικές αρχές και πολιτικές αναγκαιότατες. 22. Η πρακτική γνώση στο προσκήνιο. 23. Λαϊκισμός και ηρωικό πνεύμα. 2.4. Το ατομικό υλικό κίνητρο για γνώση και η ιδεολογική και πολιτικά υπονόμευσή του. 2.5. Διοικητικές παρεμβάσεις για ευνοϊκή μεταχείριση. Μορφές μαθησιακής στήριξης. 2.6. Παρενέργειες και αιτίες της στενόκαρδης ταξικής πολιτικής και το ιδεολογικό

υπόβαθρο. 3.Το πρόβλημα της ισότητας ευκαιριών στις νέες συνθήκες. 3.1.Νέες εκτιμήσεις και νέα αντίληyη για την ισότητα ευκαιριών. 32. Διακριτική εκπαιδευτική πολιτική σε αξιοκρατική βάση. 4. Τα όριa της ισότητας εκπαιδευτικών ευκαιριών στην εποχή μας. Μέρος Τρίτο: Το σύγχρονο αίτημα τπς διαρκούς μόρφωσης . Εννοιολογικές αποσαφηνίσεις 2. Η σύνδεση της επιστήμης με την παραγωγή και το πρόβλημα της διαρκούς μόρφωσης. 3. Ελεύθερος χρόνος και δια βίου παιδεία. Παράρτημα: Εκπαίδευση και ανάπτυξη εν όyει της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Στο δεύτερο βιβλίο είναι περισσότερο έντονη η ανάπτυξη ενός προβληματισμού και μιας ερευνητixής-μελετητικής προσπάθειας με κατασταλαγμένη ενιαία θεωρητική οπτική και μεθοδολογία Στο βιβλίο αυτό έχω συμπεριλάβει συνολικά έξη κείμενα τα οποία τα έχω εντάξει σε τρεις ενότητες (μέρη):1. Εκπαίδευση και ανάπτυξη. 2. Τα κόμματα και η παιδεία. 3. Παιδεία και κοινωνία. Χαρακτηριστικό των κειμένων του δεύτερου τόμου είναι ότι σε όλα υπάρχει άμεση αναφορά στο εκπαιδευτικό πρόβλημα της χώρας μας - συνολικά ή σε επιμέρους πλευρές του. Γνώρισμά τους είναι επίσης ότι σ' αυτά η φιλοσοφική οπτική: είναι περισσότερο.- εμφανής, όμως,. προσαρμοσμένη πάντα στην κυρίαρχη κοινωνιολογική προσέγγιση.

Αυτή η επισήμανση αφορά ειδικότερα στα κείμενα: «Τα κόμματα για την παιδεία'» και "Κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα ευκαιριών", καθώς και το κείμενο για το Ενιαίο ο Πολυκλαδixό Λύκειο. Ενώ στα κείμενα "Η κοινωνική διάσταση της Παιδαγωγικής δραστηριότητας του σχολείου" και "Επικοινωνία και εκπαίδευση" είναι εμφανής η παιδαγωγική οπτική.

Στο βιβλίο αυτό προβαίνω στην κριτική της "θεωρίας του ανθρώπινου Κεφαλαίου», ενώ συγχρόνως τονίζω τη σημασία της για την εκπαιδευτική πολιτική και την πολιτική εργατικού δυναμικού. Από αυτή την κριτική αναδεικνύεται η σημασία που έχει η αναφορά στην αρχή του ανθρωπισμού και του ανθρωποκεντρισμού για τη σύγχρονη αναπτυξιακή αντίληψη, καθώς και για την αντίληyη οργάνωσης και λειτουργίας της κοινωνίας. Αναδεικνύεται η σημασία που έχει η αναφορά στον άνθρωπο που παρέχει η ανθρωπιστική παιδεία, ειδικότερα σε μια ιστορική περίοδο που ο τεχνολογικός εκβαρβαρισμός του παλιrισμού βρίσκεται σε έξαρση.

Στο κεφάλαιο με τον τίτλο "Η ανθρωπιστική παιδεία των μηχανικών". επιχειρείται μια πρώτη ως τότε για τη χώρα μας, απ' ότι γνωρίζω, συστηματική παρουσίαση της διεθνούς • εμπειρίας σχετικά με τις προσπάθειες οι οποίες έχουν γίνει από διάφορους φορείς μέχρι τώρα στο διεθνή χώρο, πρώτ' απ' όλα στις προηγμένες χώρες του κόσμου (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Γερμανία), καθώς και στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης για την προώθηση της ανθρωπιστικής παιδείας στους μηχανικούς, γενικά σ' όσούς ειδικεύονται για να καλύψουν επαγγελματικά τους τομείς της τεχνολογίας και των θετικών επιστημών, καθώς και τους τομείς οργάνωσης και διοίκησης. Οι αρνητικές επιπτώσεις στο φυσικό και το κοινωνικό περιβάλλον από την έλλειyπ ανθρωπιστικής παιδείας και κοινωνιολογικής γνώσης των ειδικών σ' αυτούς τους τομείς κατέστησε αναγκαία αυτή την εκπαιδευτική πρόνοια. Οι σχετικές αναφορές για τη χώρα μας στο κεφάλαιο αυτό έχουν κυρίως σκοπό να παροτρύνουν τους ενδιαφερόμενους στη διερεύνηση της συνάρτησης πcυαναφέρεται. στην ανάγκη συνδυασμού της παροχής ειδικών γνώσεων και γενικής ανθρωπιστικής παιδείας και κοινωνιολογικής γνώσης. Σκοπό τους έχουν επίσης την προώθηση μιας μη τεχνοκρατικής αντίλιιyπς στην κατάρτισα των προγραμμάτων σπουδών αυτών των ειδικοτήτων. Αξίζει να πω ότι αυτή η θέση αφορά όχι μόνο το εκπαιδευτικό έργο που παρέχεται στα τεχνική ΑΕΙ και τα ΤΕΙ, καθώς και τα ΑΕΙ των θετικών επιστημών, ούτε μόνο στο έργο των τμημάτων των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών που καλύπτουν αυτές τις ανάγκες, αλλά και στα Παιδαγωγική Τμήματα, τα οποία δεν γνωρίζω να έχουν μελετήσει την αναγκαιότητα προώθησης αυτής της συνάρτησης στην κατάρτιση των προγραμμάτων σπουδών τους Και στο εκπαιδευτικό και παιδαγωγικό έργο που παρέχουν. Τη διαφορά αντιλήyεων των κομμάτων στα θέματα αυτά είχα υπόψη μου όταν έγραφα το άρθρο - μελέτη με θέμα τη στάση των κομμάτων απέναντι στο πρόβλημα της παιδείας (Βλέπε κεφάλαιο με τον τίτλο 'Τα κόμματα για την παιδεία'). Στο κεφάλαιο αυτό προβαίνω σε αναλύσεις που αναφέρονται στο ερώτημα γιατί τα ελληνικά πολιτικά κόμματα ενώ δέχονται ότι το θέμα της παιδείας είναι θέμα εθνικό και ότι απαιτεί κοινή από όλους αντιμετώπιση, δεν προχωρούν στην πράξη στην εκπόνηση και εφαρμογή μιας αντίστοιχης κοινής εκπαιδευτικές πολιτικής. Με το φιλοσοφικό, κοινωνιολογικό και παιδαγωγικό υπόβαθρο αυτής της ανάλυσης δένει το έκτο μέρος του βιβλίου με τον τίτλο "Παιδεία και κοινωνία", που αποτελείται από δυο κείμενα - βελτιωμένες ομιλίες μου σε εκπαιδευτικά συνέδρια. Το κείμενο 'Η κοινωνική διάσταση της Παιδαγωγικής δραστηριότητας στο σχολείο» (εισήγηση στο 1ο συνέδριο της ΔΟΕ) και «Επικοινωνία και εκπαίδευση» (εισήγηση στο συνέδριο του ΑΜΟΚ με αυτό το θέμα στην Κύπρο, το 1988). Το πρώτο κείμενο αναφέρεται στην κοινωνική διάσταση της παιδαγωγικής δραστηριότητας του σχολείου και το δεύτερο στη σχέση επικοινωνίας και εκπαίδευσης. Και στα δυο κείμενα το σχολείο λαβαίνετε σαν ανθρώπινα κοινότητα με ευρύτερη διάσταση, με καθοριστικές επιπτώσεις και για τη σχέση όχι μόνο σχολείου και οικογένειας, αλλά και δασκάλου και μαθητή. Η σχέση αυτή ξεπερνά τα όρια του σχολείου και της οικογένειας. Είναι μορφή έκφρασης ευρύτερων κοινωνικών και πολιτισμικών προσδιορισμών. Η εκπαίδευση δεν ξεχωρίζει από την κοινωνική αγωγή, αλλά και δεν ταυτίζεται με αυτή, αφού προετοιμάζει και παροτρύνει το νέο να παρέμβει δημιουργικά στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Η γνώση για μάθηση δεν είναι απλή μετάδοση και παθητική αποδοχή. Είναι πράξη. Το βιβλίο κλείνει με το κεφάλαιο 'Κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα ευκαιριών'. Η προβληματική αυτού του κεφαλαίου "ξεπερνά" τα όρια της κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης. Διερευνά το θέμα της ισότητας εκπαιδευτικών ευκαιριών όχι στα στενά όρια που συνήθως το βάζουν οι έρευνες και οι δημοσιεύσεις της κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης, αλλά στα πλαίσια του ευρύτερου προβληματισμού για την ισότητα ευκαιριών. Αυτό επιτρέπει τη βαθύτερη κατανόηση του προβληματισμού της κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης, καθώς και του προβληματισμού της φιλοσοφίας της εκπαίδευσης.

Η αποσαφήνιση της σχέσης κοινωνικής δικαιοσύνης και ισότητας ευκαιριών

επιτρέπει να δει κανείς τα ευρύτερα αντικειμενικά όρια της διακηρυγμένης γενικής αρχής περί του δικαιώματος όλων των ανθρώπων στη μόρφωση ως δυνατότητας κοινωνικής εξέλιξής τους. Πρόκειται για μια αρχή η οποία στην εποχή μας υποστηρίζεται ακόμα και από τις πολιτικές δυνάμεις που στη βάση της σκέyης και της δράσης τους έχουν την υπεράσπιση και την αποτελεσματικότερη λειτουργία και αποδοτικότητα της οικονομίας της αγοράς. Ο φιλελευθερισμός με τη σύγχρονη νεοφιλελεύθερη έκφρασή του υποστηρίζει ότι είναι δυνατή π εφαρμογή της αρχής της ισότητας ευκαιριών στα πλαίσια του συστήματος της οικονομίας της αγοράς. Προσπαθεί δηλαδή να συνδυάσει τα ασυνδύαστα στην πράξη.

Όμως, αν για τους υποστηρικτές του νεοφιλελευθερισμού αυτός ο ισχυρισμός έρχεται σε κατάφορη αντίθεση με την οικονομική πολιτική και την οικονομική πρακτική του η οποία εξορισμού αποκλείει την εφαρμογή στην πράξη αυτής της αρχής, αφού αυτό αντίκειται στην αντιληyή τον για τον κυρίαρχο ρόλο της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, δηλαδή του ιδιωτικού κεφαλαίου, καθώς και στην αρχή του ανταγωνισμού και γενικότερα στους νόμους xat τους μηχανισμούς της οικονομίας της αγοράς, αυτό δεν είναι προφανές για τους υποστηρικτές του Κοινωνικού Κράτους, του Κράτους Πρόνοιας. Μιας και γνώρισμά του είναι η μέριμνα για τη δημιουργία των κατάλληλων προϋποθέσεων που ευνοούν rnv ισότητα ευκαιριών για τα ευρύτερό στρώματα του πληθυσμού.

Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η σχέcη κοινωνικής δικαιοσύνης και ισότητας ευκαιριών παρουσιάζει ερευνητικό ενδιαφέρον μόνον εφόσον τπν προσεγγίσει κανείς μέσα από την οπτική και την πραγματικότητα του Κοινωνικού Κράτους. Κι ακριβώς αυτού του είδους οι μελέτες έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον μου για τη συγγραφή του εν λόγω άρθρου. Το έναυσμα και τη μήτρα ανάλυσης της σχέσης κοινωνικής δικαιοσύνης και ισότητας ευκαιριών μου την έδωσε το πολύ σημαντικό βιβλίο του Κωνσταντίνου Τσουκαλά "Είδωλα Πολιτισμού..." (Εκδόσεις Θεμέλιο, 1993), καθώς και μια πλειάδα Ουγγρικών και άλλων μελετών που αναφέρω ενδεικτικά στη βιβλιογραφία.

Στη συγγραφή του ήταν έντόνη η πρόθεση το κείμενο το οποίο θα προέκυπτε να είναι εύληπτο για τους φοιτητές, αλλά και για τον καθένα που θα ήθελε να εμβαθύνει στο θέμα. Θα μπορεί σε εξάλλου να εκληφθεί το κείμενο αυτό και ως το πλαίσιο για τη συγγραφή μονογραφίας για το θέμα. Σ' αυτό το κείμενο η εξέταση του θέματος προσεγγίζεται οντολογικά, χωρίς να αγνοούνται βέβαια οι ιδεολογικές πλευρές και προεκτάσεις του. Πιστεύω ότι αυτή είναι η πλέον αποτελεσματική μέθοδος για την ερμηνεία φαινομένων τα οποία χαρακτηρίζουν πραγματικές καταστάσεις και χαρακτηρίζονται από αυτές. Τα φαινόμενα αυτά θα αναπαράγονται διαρκώς όσο θα υπάρχουν οι καταστάσεις που τα δημιουργούν, παρά τις ενδεχόμενες διαφορετικές προθέσεις ιδεολόγων ή και πολιτικών ηγετών, παρά τους διακηρυγμένους σκοπούς ή ακόμα και τις απορριπτικές για τα φαινόμενα αυτά θεωρίες. Τέτοιο είναι το φαινόμενο τπς ανισότητας ευκαιριών_ στο καθεστώς της οικονομίας της αγοράς, δηλαδή στον καπιταλισμό, που εκδηλώνεται και με τη μορφή της αντίφασης ανάμεσα στην αρχή της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ισότητας ευκαιριών καθώς και με τη μορφή της αντίφασης ανάμεσα στην τάση για ισότητα εκπαιδευτικών εύκαιρων και την αναίρεσή της στοεπίπεδο της κοινωνικής πρακτικής. Στο άρθρο αναλύονται οι μηχανισμοί που αναπαράγουν το φαινόμενο_ και οι μηχανισμοί που επιχειρούν να καλύyουν την αντίφαση που το χαρακτηρίζει. Αυτό το κείμενο — μελέτη αποτελεί πρόπλασμα και μαζί το θεωρητικό —μεθοδολογικό πλαίσιο για την εκπόνηση μονογραφίας για το θέμα με αναφορές και στην ελληνική εμπειρία και πραγματικότητα Στον τόμο έχει συμπεριληφθεί και η μελέτη μου για τη φιλοσοφία του Ε.Π.Λ.