ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΠΑΝΙΔΡΥΣΗΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

Η ΕΠΟΧΗ 7.4.2007
Απόπειρα γενικής θεώρησης

Η επανίδρυση της ελληνικής αριστεράς αποτελεί μια εκκρεμότητα και ένα πάγιο αίτημα το οποίο επανέρχεται περιοδικά εδώ και σαράντα χρόνια. Εκτιμώ ότι η μελέτη των αιτίων που αυτή η εκκρεμότητα εξακολουθεί να υπάρχει μπορεί να συμβάλλει στην αναζήτηση τρόπων θετικής υπέρβασης της σημερινής άσχημης κατάστασης στο χώρο της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής αριστεράς, στη βάση της οποίας είναι οι διαφορετικές απόψεις και τάσεις σχετικά με το ερώτημα «Ποια αριστερά;», που ήταν το ζητούμενο όλων των μέχρι τώρα προσπαθειών της επανίδρυσης.. Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί μια απόπειρα γενικής θεώρησης του προβλήματος..

== * ==

Το θέμα της επανίδρυσης ουσιαστικά είχε τεθεί μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το Φλεβάρη του 1968. Το ΚΚΕ. εσωτερικού το οποίο προέκυψε από τη διάσπαση ουσιαστικά είχε δρομολογήσει τη διαδικασία επανίδρυσης του ΚΚΕ. – όμως, χωρίς οι πρωταγωνιστές αυτού του εγχειρήματος να έχουν συνειδητοποιήσει σε όλο του το βάθος τη συνθετότητα και τη δυσκολία. του. Οι ιδρυτές του ΚΚΕ εσωτ. στόχευαν στην ανανέωση του ΚΚΕ, εξελίσσοντάς το σε έναν σύγχρονο επαναστατικό αριστερό κόμμα με αυθεντικά λενινιστικά χαρακτηριστικά τονίζοντας τα στοιχεία της δημοκρατίας στη συγκρότηση και λειτουργία του κόμματος , στον πολιτικό του λόγο και στην πολιτική του δράση, πράγμα που επέτρεψε στο ΚΚΕ εσωτ. να προχωρήσει (χωρίς ποτέ να έχει ολοκληρώσει) στην ανάδειξη του σκέλους του μαρξισμού στον κωδικοποιημένο μαρξισμό- λενινισμό, τον οποίο σ αυτή την πρώτη φάση του εγχειρήματος εξακολουθούσε να τον θεωρεί ως το θεωρητικό – ιδεολογικό πλαίσιο του κόμματος.

Ακολούθως, προσχωρώντας στο ρεύμα του ευρωκομουνισμού, το ΚΚΕ εσωτερικού, επηρεασμένο κυρίως από τις επεξεργασίες των Ιταλών μαρξιστών θεωρητικών, επιχείρησε (αφού απέτυχε να «επανιδρύσει»το ΚΚΕ) τη συγκρότησή του σε ένα σύγχρονο κομμουνιστικό κόμμα, χωρίς, ωστόσο, να έχει την τόλμη και τη θέληση να προχωρήσει σε δικές του αυτόχθονες θεωρητικές και ιδεολογικές επεξεργασίες, στη διαμόρφωση της δικής του πολιτικής φιλοσοφίας, με διακριτά απάνω της τα χαρακτηριστικά του ελληνικού κομμουνιστικού και αριστερού εν γένη κινήματος, όπως αυτά διαμορφώθηκαν μέσα στις συνθήκες της χώρας μας και του ίδιου του κομμουνιστικού και αριστερού κινήματος, ειδικότερα από το 1940 και μετά.

Θεωρητικά – ιδεολογικά λειτουργούσε με δάνεια από τους θεωρητικούς του λεγόμενου «δυτικού μαρξισμού».. Ήταν και αυτό ένας λόγος που το ΚΚΕ εσωτερικού δεν είχε αντιληφθεί σε όλο της το βάθος τη δυσκολία του εγχειρήματος επανίδρυσης της αριστεράς σε συνθήκες ύπαρξης και λειτουργίας στην Ελλάδα δυο κομμουνιστικών κομμάτων.

¨Όταν, κάτω από την αρνητική εξέλιξη των πραγμάτων για το ΚΚΕ εσωτερικού η κυρίαρχη πτέρυγα της ηγεσίας αυτό το είχε συνειδητοποιήσει, προχώρησε στην αυτοδιάλυσή του! Αλλά και τότε δεν είχε αντιληφθεί ότι βασικός λόγος για την αποτυχία της προσπάθειας για την ανανέωση της αριστεράς ήταν η έλλειψη μιας άλλης, μιας σύγχρονης μαρξιστικής θεώρησης της νέας πραγματικότητας, η οποία είχε διαμορφωθεί και εξελισσόταν όχι μόνον στον κόσμο αλλά και στην Ελλάδα, με τα δικά της χαρακτηριστικά και για το ίδιο το αριστερό κίνημα, για την ίδια της ριζοσπαστική ανανεωτική αριστερά.

Έτσι ένα μέρος από τα ηγετικά στελέχη που υποστήριξαν την ανάγκη αυτοδιάλυσής του προχώρησε με ένα κομμάτι των μελών του κόμματος, στη συγκρότηση της ΕΑΡ, που είχε περισσότερο τα χαρακτηριστικά επανίδρυσης της αριστεράς, όμως χωρίς καμία θεωρητική επεξεργασία για ένα τόσο σοβαρό και τόσο σύνθετο εγχείρημα. Δεν είναι του παρόντος να προχωρήσω εδώ σε ειδικές αναλύσεις για όλη αυτή την εξέλιξη. Περιορίζομαι να πω ότι η ΕΑΡ (η ηγεσία της, με κύριο συντελεστή το Λεωνίδα Κύρκο) επανέφερε την ιδέα της επανίδρυσης της Αριστεράς. Έτσι, ανταποκρινόμενος στο αίτημα για ενότητα των ευρύτερων δυνάμεων της Αριστεράς, μαζί και του κόσμου του ΚΚΕ, απευθύνθηκε στο ΚΚΕ με αυτή τη σκέψη, με αυτό το σχεδόν καθολικό αίτημα. Το ΚΚΕ, με ηγέτη το Χαρίλαο Φλωράκη και η ΕΑΡ με ηγέτη το Λεωνίδα Κϋρκο προχώρησαν στην ίδρυση του Ενιαίου Συνασπισμού. Με την κρυφή (και άρρητη δημόσια) πρόθεση του ΚΚΕ να πετύχει την επαναφορά του ηγεμονικού του ρόλου σε όλη την Αριστερά και της ΕΑΡ να θέλει να προχωρήσει την ιδέα της ανανέωσης και στο ΚΚΕ. Αυτό συμπεραίνεται από το γεγονός ότι ενώ λειτουργούσε ο Ενιαίος Συνασπισμός δεν έγινε καμία προσπάθεια για την αναζήτηση της δυνατότητας κάποιας μορφής σύνθεσης ιδεών και απόψεων στο επίπεδο της θεωρίας – ιδεολογίας. Εξάλλου, η ιδεολογική αυτοτέλεια των μερών ήταν ένας από τους όρους της συμμαχίας των δυο πλευρών.

Αυτό βέβαια δεν αποτελούσε μια δογματική δέσμευση που εξορισμού απέτρεπε την ανάληψη μιας πρωτοβουλίας για την επανίδρυση της αριστεράς – εφόσον η πλευρά του ΚΚΕ το επιθυμούσε. Όμως, το ΚΚΕ και ως συνιστώσα του Ενιαίου Συνασπισμού σταθερά έμεινε στις θέσεις του μαρξισμού – λενινισμού των σοβιετικών εγχειριδίων (που ακόμα και μετά το 20-ο συνέδριο είχαν απάνω τους το σταλινικό δογματικό στίγμα) ενώ οι δυνάμεις της ΕΑΡ και όσων προχώρησαν στη συγκρότηση του Συνασπισμού, χωρίς τη δέσμευση τώρα της συνεργασίας – συμμαχίας με το ΚΚΕ, χαρακτηρίζονταν από μια ιδεολογική ασάφεια και πολυμορφία. Εξάλλου το ηγετικό του στρώμα υποτιμούσε ή και αδιαφορούσε για την ιδεολογική ενότητα του κόμματος. Μάλιστα, στελέχη του δήλωναν με έμφαση ότι η ιδεολογική συνοχή του, ακόμα και μια χαλαρή έστω ιδεολογική συνοχή, με βάση ένα κοινό θεωρητικό- ιδεολογικό πλαίσιο, θα ήταν επιζήμια για τη δημοκρατική λειτουργία του κόμματος, για την ελεύθερη διακίνηση και ανταλλαγή απόψεων και ιδεών που προωθούν την ανανέωση. Ενδιαφέρονταν μόνον για την πολιτική του ενότητα, που και σ αυτή δεν επέμειναν, δίνοντας έμφαση στη λεγόμενη αρχή της πολυτασικότητας, Ωστόσο, το κόμμα εξακολουθούσε να εμμένει στη δέσμευση του ιδρυτικού του συνεδρίου για την επανίδρυση της Αριστεράς .Στην πολιτική απόφαση του το ιδρυτικό του συνέδριο χαρακτηρίζεται ως πράξη «επανίδρυσης της Αριστεράς στην Ελλάδα» (Βλέπε σχετική αναφορά στο κείμενο «Οι Προτάσεις της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής – Προγραμματικό Αθήνα 30 -31 Μαίου, 1-η Ιουνίου 2003, σελ. 1).

Βέβαια, με αυτά τα δεδομένα η ιδέα επανίδρυσης της Αριστεράς, καθώς και η ιδέα ενότητας της Αριστεράς, που επανήλθε ως στόχος πριν και μετά το 4-ο συνέδριο του ΣΥΝ, ήταν δύσκολο έως και εντελώς αδύνατο να προχωρήσει.. Τα όριά τους ήταν η ίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ, που ,όμως, αμφισβητείται ή και απορρίπτεται από την μειοψηφία της ΚΠΕ.

Αξίζει να ειπωθεί ότι η πρωτοβουλία για το ΣΥΡΙΖΑ δεν αποκλείει εξ ορισμού το ΚΚΕ από τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς. Μάλιστα συνιστώσες ή προσωπικότητες του ΣΥΡΙΖΑ μιλώντας για την ενότητα της αριστεράς αναφέρονται και στο ΚΚΕ. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ανοίξει μέτωπο κατά του ΚΚΕ, όπως θα το ήθελαν οι αντίπαλοί του στο Συνασπισμό. Και βέβαια λογικά και ιστορικά δεν μπορεί κανείς να μιλά για την ενότητα της αριστεράς αποκλείοντας από αυτή το ΚΚΕ.

Είναι λαθεμένη η άποψη ότι το ΚΚΕ δεν ενδιαφέρεται για την ενότητα της Αριστεράς. Η αλήθεια είναι ότι ενδιαφέρεται, σύμφωνα με τη δική του αντίληψη. Από το πως αντιλαμβάνεται την ενότητα της Αριστεράς εξαρτάται και η στάση του απέναντι στην ιδέα επανίδρυσης της Αριστεράς. Το θέμα της ενότητας για το ΚΚΕ εντάσσεται στην αντίληψή του για τον αδ ιαμφισβήτητο ηγεμονικό ρόλο του σε όλη την αριστερά. Αυτό καθορίζει και τη στάση του απέναντι στην ιδέα επανίδρυσης της Αριστεράς.

Για το ΚΚΕ το ερώτημα για την επανίδρυση της αριστεράς είναι ανύπαρκτο για δυο κύριους λόγους. Πρώτο γιατί θεωρεί ως πολιτικο – κοινωνικά μη δικαιολογημένη την ύπαρξη ενός άλλου επαναστατικού αριστερού κόμματος, ενώ συγχρόνως «από θέσεις αρχής» απορρίπτει την ιδέα ύπαρξης ενός μη επαναστατικού αριστερού κόμματος. Ωστόσο, αναγνωρίζει την ύπαρξη αριστερών δυνάμεων, εφόσον αυτές αποδέχονται τον ηγεμονικό του ρόλο. Δεύτερο, το ΚΚΕ είναι βέβαιο ότι υπάρχει και θα υπάρχει και στο μέλλον ως ένα επαναστατικό αριστερό κόμμα με σταθερή την ιδεολογική του συγκρότηση, στη βάση του μαρξισμού – λενινισμού και ότι (επομένως) δεν μπορεί να τεθεί θέμα επανίδρυσής του, αφού μια τέτοια ενέργεια προϋποθέτει το επανακαθορισμό της ιδεολογικής του ταυτότητας. Η σταθερή εμμονή του στο μαρξισμό – λενινισμό,και μάλιστα στο μαρξισμό – λενινισμό των σοβιετικών εγχειριδίων, ήταν (και είναι) στη βάση όλων των κειμένων του κόμματος και των ιδεολογικών άρθρων (στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση και στο Ριζοσπάστη, αλλά και αλλού) που στοχεύουν στην απόρριψη της ιδέας της ανανέωσης, οργανικό στοιχείο της οποίας είναι βέβαια η κριτική θεώρηση του μαρξισμού – λενινισμού. Από την άλλη μεριά, στο χώρο της ανανεωτικής αριστεράς έχει «καθιερωθεί» η συνήθεια, θα μπορούσα να πω, της απόρριψης του μαρξισμού- λενινισμού, χωρίς την αναγκαία αναλυτική λογική – θεωρητική θεμελίωση αυτής της πράξης. Αυτή θεωρείται περιττή. Η στάση αυτή ενισχύεται από την επιπόλαιη θέση ότι « ο λενινισμός έχει κλείσει τον ιστορικό του κύκλο». Λογικό σύνδρομο αυτής της θέσης είναι ότι το ΚΚΕ έχει κλείσει τον ιστορικό του κύκλο. ¨Ότι ιστορικά το μέλλον της αριστεράς είναι με το μέρος της ανανέωσης. Πρόκειται για ένα ιδεολογικό στερεότυπο το οποίο εμποδίζει την ανάπτυξη της κριτικής διαλεκτικής σκέψης με αναφορά στο λενινισμό και ειδικότερα στο ΚΚΕ αλλά και στο χώρο της ανανεωτικής και της ριζοσπαστικής αριστεράς.

Σπεύδω να πω ότι σκόπιμα χρησιμοποιώ εδώ ξεχωριστά αυτούς του δυο όρους. Το κάνω αυτό για να επιστήσω την προσοχή στο γεγονός ότι αποτελεί αρνητική εξέλιξη στη σκέψη της αριστεράς, που έχει την καταβολή της στο ΚΚΕ εσωτερικού, το γεγονός ότι τώρα στο χώρο του Συνασπισμού αυτοί οι δυο όροι οριοθετούν δυο διαφορετικές αντιλήψεις για την αριστερά και τις προοπτικές της, Το κάνω αυτό και για να πω ότι χρίζει ειδικής μελέτης το ερώτημα για το πως, μέσα από ποιες διανοητικές διεργασίες, έφτασαν τα πράγματα εδώ που είναι σήμερα ,να χρησιμοποιούνται αυτοί οι δυο όροι διαζευκτικά. Στην αντίληψη του ΚΚΕ εσωτερικού αυτοί οι δυο όροι (ανανεωτική και επαναστατική – ριζοσπαστική αριστερά) αποτελούσαν δυο όψεις : της προσπάθειας για την επανίδρυση του ΚΚΕ και κατ επέκταση για την επανίδρυση συνολικά της ελληνικής αριστεράς. Στο θέμα αυτό αναφέρομαι στο άρθρο μου με τον τίτλο Αριστερά, μια τομή χωρίς συνέχεια (ΕΠΟΧΗ, 11. 12. 2005).Εδώ, ειδικότερα στη συνέχειά αυτού του άρθρου (η οποία δεν έχει δημοσιευτεί) αναπτύσσω την άποψη ότι η διαδικασία της ανανέωσης δεν ευνουχίζει τον εγγενή ριζοσπαστισμό της Αριστεράς αλλά αντίθετα, τον ενισχύει και τον κάνει πολιτικά, κοινωνικά, αλλά και πολιτισμικά περισσότερο λειτουργικό. Αυτό διδάσκει η ιστορία της επαναστατικής αριστεράς, που σκέπτεται και λειτουργεί διαλεκτικά. Περιττό να πω πόσο επίκαιρο και χρήσιμο είναι αυτό το δίδαγμα για το Συνασπισμό, αλλά και για τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Και γιατί όχι, και για το ΚΚΕ.