ΜΠΟΥΧΑΡΙΝ

ΑΝΤΙ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ (στο βιβλίο του Μίκλος Κουν ΜΠΟΥΧΑΡΙΝ, εκδόσεις Θεμέλιο)

Για το Μπουχάριν στην Ελλάδα γνωρίζουμε μόνον δύο πράγματα. Ότι υπήρξε ένας από τους θεωρητικούς του μαρξισμού στη Ρωσία και μαζί ένας μπολσεβίκος ηγέτης του ΚΚΣΕ, αλλά και της Κομιντέρν ( Κομμουνιστικής Διεθνούς), ο οποίος, μετά την κόντρα του με το Στάλιν, το 1928, μεθοδικά πολεμήθηκε από αυτόν και τελικά οδηγήθηκε στο δικαστήριο του Βισίνσκι, σε μια από τις μεγάλες δίκες, στη δίκη Μπουχάριν, ότι καταδικάστηκε εις θάνατο , με πολλούς άλλους πρώην συντρόφους του και εκτελέστηκε . Γνωρίζουμε επίσης, από σχετικές δημοσιεύσεις και τη διαθήκη του για τις επόμενες γενιές των μπολσεβίκων ηγετών, την οποία ζήτησε από τη γυναίκα του να την αποστηθίσει. Τίποτα περισσότερο δεν γνωρίζουμε για την πορεία του ως νέου σπουδαστή, που τον έφερε μέσα από τους αγώνες εναντίον του τσαρισμού στις γραμμές της ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας του καιρού του και τελικά στους μπολσεβίκους - μια επιλογή που σημάδεψε τη ζωή του ως τον θάνατο.

Από το συγγραφικό του έργο είναι γνωστό κυρίως σε μας το Αλφάβητγο του κομμουνισμού, που συνέγραψε με τον Πρεομπραζένσκι, το οποίο για όλη τη δεκαετία του 1920 ήταν, και για τους Έλληνες κομμουνιστές και για όσους ήθελαν να μάθουν, όπως λέμε, τα βασικά για τον κομμουνισμό, ένα από τα βασικότερα αναγνώσματα. Μάλιστα, διαβάζετε ακόμα και σήμερα από έναν μικρό κύκλο ατόμων που ανήκουν στην εξωκοινοβουλευτική κομμουνιστική – λενινιστική αριστερά. Το υπόλοιπο θεωρητικό και συγγραφικό έργο του, είναι, απ ό,τι γνωρίζω, γνωστό σε έναν πολύ στενό κύκλο ανθρώπων ή θα μπορούσα να πω σε ορισμένα άτομα με θεωρητικά ενδιαφέροντα, από δημοσιεύσεις μελετών του σε άλλες γλώσσες. Το ΚΚΕ, πιστό στην πρακτική της υιοθέτησης της εκάστοτε γραμμής του ΚΚΣΕ (αρχικά ως τμήμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς, της Κομιντερν) «φρόντισε» επιμελώς να σβήσει από τη μνήμη των μελών του κόμματος, αλλά και της αριστεράς γενικότερα, την προσφορά του Μπουχάριν ως θεωρητικού και ερευνητή και ως ηγέτη του ΚΚΣΕ και της Κομιντέρν, για όλη την περίοδο πριν από το 1934, όταν η τύχη του είχε πλέον προδιαγραφεί από τον Στάλιν. Μόνο με την έκδοση του έργου του Γράμσι όπου ασκεί κριτική στη αντίληψη του Μπουχάριν για τον ιστορικό υλισμό επανήλθε κατά κάποιον τρόπο, θα μπορούσε να πει κανείς, ο Μπουχάριν στο προσκήνιο των ενδιαφερόντων, κυρίως στο χώρο της ανανεωτικής αριστεράς, με κύριο κορμό το ΚΚΕ εσωτερικού, το οποίο προέκυψε μετά τη διάσπαση του ενιαίου ΚΚΕ, τον Φλεβάρη του 1968.

Νομίζω όμως, πως δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξω ότι κανείς δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να μελετήσει ειδικά τη θεωρητική παρακαταθήκη του Μπουχάριν, την άποψή του για το κράτος και το σοσιαλισμό, αλλά και την άποψή του σε θέματα τέχνης και πολιτισμού, για τη θέση και το ρόλο του στην ιστορία του μπολσεβίκικου κόμματος.. Δημιουργήθηκε ένα καθεστώς επάρκειας όσον αφορά την ιστορία του ΚΚΣΕ, το είδος και την ένταση των εσωτερικών αντιφάσεων και συγκρούσεων που τη χαρακτήρισαν. Η Ιστορία του ΚΚ (Μπ.) της Σ.Ε., που γράφτηκε με την άμεση επίβλεψη του Στάλιν, ήταν το μέτρο της ιστορικής αλήθειας για τα μέλη του κόμματος και για τους αριστερούς που επηρέαζε το ΚΚΕ - ενισχυμένη, αυτή η «ιστορική αλήθεια», και από τα διάφορα σοβιετικά εγχειρίδια ή και τις ιστορικές «μελέτες» που είχαν ως πυξίδα και ως μέτρο την Ιστορία του ΚΚΣΕ (Μπ. - στο εξής : «Ιστορία...»). Έτσι, υπό αυτό το καθεστώς ενημέρωσης ήταν αδύνατο να μορφώσει κανείς σαφή, πραγματική εικόνα και αντίληψη για την ιστορία των μπολσεβίκων , αλλά και του μαρξισμού και λενινισμού στη Ρωσία και τη Σ.Ε. που αντιμετωπίζονταν ως ο γνήσιος και πιστός τοποτηρητής τους. Και ήταν αυτή η συνθήκη ένας από τους συνειδησιακούς παράγοντες που καθιστούσε αποδεκτή τη μεθοδευμένη αποτροπή από το ιδεολογικό κατεστημένο του κόμματος της όποιας προσπάθειας να γνωριστεί κανείς με το έργο και τη δράση κορυφαίων ηγετικών προσώπων του ΚΚΣΕ, αλλά και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, όπως του Μπουχάριν, του Ζηνόβιεφ, του Κάμενεφ (κι οι τρεις χρημάτισαν γραμματείς της Κομιντέρν) , του Τρότσκι, ου Ριαζάνοφ, του Ράντεκ, του Σμίλγκα, του Ρίκοφ... . Ούτε μπορούσε κανείς, βέβαια, να επιχειρήσει να εμβαθύνει στο διακύβευμα που συνιστούσε η διαμάχη πάνω στο κρίσιμο ζήτημα της αποδοχής ή της απόρριψης της ΝΕΠ ως αναγκαίας φάσης στην πορεία μετάβασης από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, που παρέπεμπε και στη θεωρία για το σοσιαλισμό της αγοράς. Έτσι που, στην ελληνική θεωρητική αριστερή γραμματολογία, το ερώτημα αυτό εξακολουθεί, ακόμα και σήμερα, να αφήνει αδιάφορη την ελληνική αριστερή σκέψη.

Βέβαια, ορισμένοι οικονομολόγοι γνωρίζουν ότι ο Μπουχάριν και μετά το 1927 – 1928 εξακολούθησε να υποστηρίζει την πολιτική της ΝΕΠ ως αναγκαία φάση για τη μετάβαση στο σοσιαλισμό στη Ρωσία, ακόμα και όταν ο Στάλιν και το κόμμα απομακρύνθηκε από αυτή αποφασιστικά επιλέγοντας μια παραλλαγή του «πολεμικού κομμουνισμού». Αυτό ήταν το ιδεολογικο-πολιτικό υπόβαθρο της σύγκρουσής τους, η οποία είχε να κάνει και με το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας, με κεντρικό άξονα αναφοράς τη διαφορετική άποψή τους για το ρόλο της βιομηχανίας και για τους ρυθμούς εκβιομηχάνισης της χώρας. Αυτό το γνωρίζουν μάλλον εκείνοι που είχαν ενδιαφερθεί για την άποψη του Μπουχάριν όπως αυτή απεικονιζόταν στο έργο του που δημοσιεύτηκε σε ξένες γλώσσες

Πάντως, είναι γεγονός ότι στην Ελλάδα, στον εκδοτικό χώρο που έλεγχε και επηρέαζε το ΚΚΕ, οι όποιες αναφορές στο Μπουχάριν ήταν όλες μέσα στο πνεύμα των όσων υποστηρίζει ο Στάλιν στις Βάσεις του λενινισμού, καθώς και στη σύντομη επιτομή της ιστορίας του ΚΚΣΕ (μπολσεβίκων) , που και σήμερα αποτελούν «χρήσιμα» κείμενα για την ιδεολογική δουλειά, όπως λέγεται, στο κόμμα. Βέβαια, από τα κείμενα του Στάλιν αυτό που μένει στον αναγνώστη, δηλαδή αυτό που επιδίωξε ο Στάλιν να μείνει στον αναγνώστη, και κατ επέκταση αυτό που επιδίωκαν τα κομμουνιστικά κόμματα που ανήκαν στην Κομιντέρν να μείνει στα μέλη του κόμματος, ήταν η θέση ότι ο Μπουχάριν ήταν εκπρόσωπος της δεξιάς παρέκκλισης στο κόμμα.. Αυτή η θέση- κατηγορία λειτουργούσε στις συνειδήσεις των κομμουνιστών ως πολιτική, ιδεολογική και ηθική μομφή, που εξ ορισμού ακύρωνε στις συνειδήσεις κάθε ενδιαφέρον για να γνωριστεί κανείς από πρώτο χέρι με τις απόψεις του Μπουχάριν. Εξάλλου, το κλίμα το οποίο δημιουργήθηκε μετά τη δίκη Μπουχάριν, όπου ο ίδιος παραδέχτηκε τις κατηγορίες του Βισίνσκι εναντίον του ως εχθρού του κόμματος και του λαού, ως πράκτορα εναντίον της χώρας του κλπ. δεν άφηνε περιθώρια για κανενός είδους ενδιαφέρον για το έργο του Μπουχάριν. Σε βαθμό που ακόμα και μετά το 20-ο συνέδριο του ΚΚΣΕ, στη δεκαετία του 60, θεωρήθηκε από τον σοβιετικό τύπο – όπως αναφέρει ο Μ.Κουν- ως απαράδεκτη πράξη ο υπαινιγμός του Ηλία Έρεμπουργκ, σε ένα βιβλίο του, με θετικούς όρους στο Μπουχάριν – και μάλιστα χωρίς να αναφέρει το όνομά του.

Η αγνόηση του έργου του Μπουχάριν, αλλά και των Ζηνόβιεφ, Κάμενεφ και άλλων μπολσεβίκων ηγετών από την κομμουνιστική αριστερά (και γενικότερα από την αριστερά) στην Ελλάδα αφορά βέβαια την περίοδο μετά τη ρήξη του με το Στάλιν. Αφορά ειδικότερα την περίοδο μετά το 1934 με την αλλαγή ηγεσίας στο ΚΚΕ, το διορισμό από την Κομιντέρν του Νίκου Ζαχαριάδη ως γραμματέα του κόμματος. Προηγούμενα τα έργα του Μπουχάριν (αλλά και του Ζηνόβιεφ, του Ράντεκ, του Ριαζάνοφ.... ) ήταν σε μεγάλη υπόληψη. Έτσι, στην εισαγωγή της έκδοσης Μπουχαριν, Θεωρία του ιστορικού υλισμού ( Εκδοτική Εταιρία «ΑΘΗΝΑΙ», Α.Ι. Ράλλης και Σια, Ευριπίδη 6- ΑΘΗΝΑΙ , 1927) διαβάζουμε ότι επιλέχτηκε η έκδοση αυτή με σκοπό να συμβάλλει στην αντιμετώπιση της «αμάθειας» και της «ατελέστατης γνώσης σ εμάς» της «μαρξιστικής κοινωνιολογίας». Εξάλλου το σκοπό αυτό προοριζόταν να υπηρετήσει και η έκδοση του βιβλίου του Γ. Ζηνόβιεφ (προέδρου της Κομμουνιστικής Διεθνούς) «Λενινισμός..Βασικά του ζητήματα. Επίσης : Ζηνόβιεφ Η ιστορία του ΚΚΣΕ (μπολσεβίκων) Αθήνα, 1927. Νωρίτερα, η έκδοση : Ν. Μπουχάριν Το πρόγραμμα των κομμουνιστών (μπολσεβίκων). Εκδοτικό Τμήμα του ΣΕΚΕ (κομμουνιστικού) , Αθήνα 1921, και βέβαια το βιβλίο των Μπουχάριν – Πρεομπραζένσκι, Το αλφάβητο του κομμουνισμού, το οποίο είχε εκδοθεί στα ελληνικά και μετά την ρήξη του Στάλιν με τον Μπουχάριν- όχι βέβαια από τις εκδόσεις του ΚΚΕ ή με δική του αρωγή ή προτροπή. Εξάλλου, και άλλα έργα του Μπουχάριν είχαν δημοσιευτεί, όμως χωρίς καμιά προτροπή προς μελέτη τους, ακόμα και όταν επρόκειτο για γραφτά που δεν είχαν άμεση σχέση με την πολιτικοιδεολογική διαμάχη του Μπουχάριν με το Στάλιν, όπως είναι λ.χ. η μελέτη του Μια ποιητική μεγαλοφυία . Ερρ. Χάινε (, εκδόσεις Γνώση, 1964).. Όμως είναι ενδιαφέρον ότι η αλλαγή στάσης απέναντι στο έργο του Μπουχάριν, μετά τη ρήξη του με το Στάλιν και με το κόμμα, του οποίου απόλυτος ηγέτης ήταν ο Στάλιν, επηρέασε ακόμα και διανοητές με δική τους αυτόνομη κρίση, διανοητές του μεγέθους του Αντόνιο Γράμσι. Αξίζει νομίζω στο σημείο αυτό να αναφερθώ σε ό,τι σχετικό γράφει η Κριστιν Μποσί – Γκλύκσμαν στο βιβλίο της Ο Γκράμσι και το κράτος Ο Γράμσι, γράφει η Γκλύκσμαν , αναφερόμενος στο έργο του Ν. Μπουχάριν, Θεωρία του ιστορικού υλισμού – εγχειρίδιο μαρξιστικής κοινωνιολογίας (Μόσχα 1921), «....το 1925 επαναλαμβάνει το Μπουχάριν. Αυτό –σημειώνει- δεν πρέπει να μας παραξενεύει, αν πάρουμε υπόψη το γεγονός ότι εκείνα τα χρόνια ο Μπουχάριν είχε πολύ μεγάλο κύρος ως θεωρητικός του μαρξισμού (μεγαλύτερο από εκείνο του Στάλιν) και ήταν πιο γνωστός από το Στάλιν στο Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα». Όμως, παρατηρεί η Γκλύκσμαν, το 1931 -1932 ο Γκράμσι κάνει μια μεταστροφή. Υποστηρίζει ότι « το μπουχαρινικό εγχειρίδιο όχι μόνον δεν αντιπροσωπεύει τον ιστορικό υλισμό, την κοινωνιολογία της εργατικής τάξης, αλλά δείχνει επίσης σ όλες του τις θέσεις μια μηχανιστική και οικονομιστική αντίληψη του μαρξισμού, που πρέπει να απορριφθεί αποφασιστικά».*

---------------------------------------

* . Θεμέλιο, 1984, σελ. 259 και 263- 271

--------------------------------------------

Ο Μίκλος Κουν με το βιβλίο του ΜΠΟΥΧΑΡΙΝ παρουσιάζει την πραγματική εικόνα του ως ανθρώπου και κυρίως ως επαναστάτη διανοούμενου και ως πολιτικού, με δική του προσωπικότητα – τα θετικά και τα αρνητικά της- και κυρίως τη δική του παρέμβαση και προσφορά στη γεμάτη από συγκρούσεις ιστορία του μπολσεβίκικου κινήματος της Ρωσίας, και της ιστορίας της Σοβιετικής Ένωσης, ώς εκεί που του επιτράπηκε να παρέμβει.. Παράλληλα μας δίνει μια άλλη εικόνα για το ίδιο το κίνημα και για την ιστορία του καθώς και για την ιστορία της Σ.Ε. ειδικότερα για την περίοδο μέχρι το 17-ο συνέδριο του ΚΚΣΕ (1934),και το σημαντικότερο: μας δίνει μιαν άλλη εικόνα για το Λένιν, που επιτρέπει να δούμε ότι είναι τελείως ανυπόστατη η άποψη που εξομοιώνει το Στάλιν ως πολιτικό ηγέτη ή και ως διανοητή, ως θεωρητικό, με το Λένιν - προς το τέλος της ζωής του Στάλιν οι ιδεολόγοι του κόμματος (πανεπιστημιακοί φιλόσοφοι!) κατέταξαν τον Στάλιν στους κλασικούς του μαρξισμού, δίπλα στον Μαρξ, τον Ένγκελς και το Λένιν!

Παράλληλα με ιδιαίτερη σπουδή και σταθερή συνέπεια το σταλινικό προπαγανδιστικό ιδεολογικό κατεστημένο, επιδίωξε και επέβαλε, θα μπορούσε να πω, στην πολιτική και την κοινωνική συνείδηση του κόμματος ή και μεγάλης μερίδας του λαού, αλλά και στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα το ψέμα (μεταξύ πολλών άλλων) ότι ο Στάλιν ήταν «ο ποιο πιστός μαθητής και συνεχιστής του έργου του Λένιν). * Και είναι ιδιαίτερα σημαντική η

n Νομίζω ότι είναι σωστή η εκτίμηση του Ρόι Μεντβέγιεφ ότι «Ο Λένιν ήταν ένας ηγέτης μάλλον , παρά ένας δικτάτορας, ένας ηγέτης η εξουσία του οποίου στηριζόταν σε εκείνη τη φωτεινή ιδιότητα που αποτελεί το σημάδι της “πολιτικής ιδιοφυίας”, στο αδιαμφισβήτητο κύρος...» (Ζορές Μεντβέγιεφ και Ρόι Μεντβέγιεφ, Ο άγνωστος Στάλιν, Εκδόσεις Καστνανιώτη, 2004, σελ. 67).. «Ο Στάλιν ήταν κυβερνήτης δικτάτορας και τύραννος». Αυτές τις ιδιότητές του υπηρετούσαν η ευφυία του, η ιδιότητα του σκληρά εργαζόμενου άντρα, η σιδερένια θέληση και η σημαντική νοημοσύνη του. (όπ. π. σελ. 11).Θεωρώ χρήσιμο να επιστήσω την προσοχή μας στο γεγονός ότι η «θεωρία» ότι o Στάλιν ήταν ο πιο πιστός μαθητής και συνεχιστής του έργου του Λένιν έχει και σήμερα τους εκφραστές της στη χώρα μας. Ενδεικτικά αναφέρομαι εδώ στην άποψη –διατύπωση ότι «ο Στάλιν καθοδηγούσε το κόμμα, έχοντας καθαρή τη λενινιστική υποθήκη....».Την άποψη αυτή επιχειρεί και σήμερα να υπερασπιστεί ένα ανώνυμο άρθρο του Ριζοσπάστη, με αναφορά στις δίκες της Μόσχας. με τον τίτλο «Ο σκοπός της επίθεσης στον Ι..Β. Στάλιν». Ο αρθρογράφος αποδεχόμενος ως ορθή τη σταλινική θεωρία ότι όσο προχωρεί η οικοδόμηση του σοσιαλισμού τόσο περισσότερο η αστική τάξη στο εσωτερικό της χώρας γίνεται «πολλαπλάσια πιο επικίνδυνη απ ό,τι πριν», και ότι «επομένως η επαγρύπνηση στην “από τα μέσα“ αντεπαναστατική δράση ήταν στην πρώτη γραμμή των καθηκόντων του κόμματος», εμφανίζει τις δίκες της Μόσχας (μαζί και τη δίκη Μπουχάριν) ως αναγκαία πράξη «αντιμετώπισης των αντεπαναστατικών στοιχείων» ενώ την κριτική στο Στάλιν για τις δίκες και τις διώξεις τη θεωρεί ως «αφορμή για το «σφοδρό αντισταλινισμό, δηλαδή αντικομμουνισμό....». (βλ. Ριζοαπάστης, 5 Μάρτη 2006).Που πάει να πει σταλινισμός =κομμουνισμός και κομμουνισμός = σταλινισμός!

ανατροπή αυτού του ψεύδους όχι μόνον για την ιστορική αλήθεια καθεαυτή, αλλά κυρίως για τους κομμουνιστές που είχαν (ή και εξακολουθούν να έχουν κάποιοι και τώρα) ως μοναδική πηγή για την ιστορική αλήθεια την «Ιστορία του ΚΚΣΕ (Μπ)», που γράφτηκε με την έγκριση του Στάλιν, καθώς επίσης και τις Βάσεις του λενινισμού του Στάλιν, τα σταλινικά σοβιετικά εγχειρίδια του μαρξισμού –λενινισμού. και τα διάφορα προπαγανδιστικά κείμενα που υμνούσαν τον Στάλιν, αλλά και κείμενα γραμμένα από τα «μεγάλα» ονόματα της σταλινικά ερμηνευμένης θεωρίας και φιλοσοφίας, όπως ήταν ή εμφανίζονταν ο ακαδημαϊκός Κωνσταντίνοφ, που με μια πλειάδα καθηγητών συνέγραψε το πολυδιαβασμένο και στην Ελλάδα έργο Ιστορικός υλισμός, στο οποίο ο Στάλιν εμφανίζεται ακόμα και ως το πρότυπο της ηθικής. Παραπέμπω εδώ ειδικά στο υποκεφάλαιο με τον τίτλο η Η κομμουνιστική ηθική, όπου στο υμνολόγιο για τον Στάλιν υπάρχει και η φράση ότι ο Στάλιν είναι «πρότυπο ηθικού μεγαλείου».(Κωνσταντίνοφ, Ιστορικός υλισμός (σελ. 730). Το βιβλίο αυτό εκδόθηκε, στις αρχές του 1950 από το εκδοτικό του ΚΚΕ «Νέα Ελλάδα», στη σειρά «Βιβλιοθήκη του μαρξισμού – λενινισμού».

Και αυτό το έργο, γραμμένο από δηλωμένους ερευνητές και πανεπιστημιακούς καθηγητές, απεικονίζει απόλυτα το πνεύμα της «Ιστορίας...». Ενδεικτικά αναφέρω εδώ μερικές από τις κραυγαλέες παραλείψεις, στρεβλώσεις και κατάφορα ψέματα τα οποία περιέχει η Ιστορία του ΚΚΣΕ (Μπ.) που θα βοηθήσουν, πιστεύω, τον αναγνώστη να κατανοήσει τη σημασία που έχει, και για τη σύγχρονη επαναστατική αριστερά, η αποκατάσταση της αλήθειας σχετικά με το Μπουχάριν, αλλά –σε σημανττικό βαθμό- και με την ιστορία του μπολσεβίκικου κινήματος της Ρωσίας, καθώς και με την ιστορία της Σ.Ε., ενώ συγχρόνως θα τον βοηθήσουν να κατανοήσει και το είδος των αντιφάσεων και συγκρούσεων στο ΚΚΣΕ που το παρακολούθησαν και το χαρακτήρισαν, και κατ επέκταση να εκτιμήσει και το έργο του Στάλιν, όπως αυτό δίνεται π.χ. από τη σκοπιά των αδελφών Μεντβέγιεφ στο βιβλίο τους Ο άγνωστος Στάλιν, στο οποίο κυριαρχεί η οπτική της πολιτικής προσέγγισης της ιστορίας και του έργου του Στάλιν και σε δεύτερη και τρίτη μοίρα η ηθική οπτική, που στην κριτική του Στάλιν ως δικτάτορα και τύραννο, είναι συνήθως κυρίαρχη. Και είναι και στο βιβλίο του Μϊκλος Κουν έντονη αυτή η οπτική, αν και θα πρέπει να πω ότι ο Μ. Κουν κάνει ότι περνά από το χέρι του για να είναι αντικειμενικός (... όσο μπορούσε ένας εγγονός του Μπέλα Κουν τον οποίο εκτέλεσε ο Στάλιν) να είναι αντικειμενικός, μένοντας πιστός στη δεοντολογία του ιστορικού. Και είναι αντικειμενικός.

Ο Μπουχάριν μπήκε στο σιαλδημοκρατικό επαναστατικό κίνημα από τα σπουδαστικά του χρόνια, μαζί με τον Ηλία Έρεμπουργκ, και πολύ σύντομα , με τη συγκρότηση της παράταξης των μπολσεβίκων σε κόμμα, με ηγέτη το Λένιν, ανέπτυξε επαναστατική δράση μέσα από τις γραμμές του. Πήρε μέρος στην επανάσταση του 1905, και μετά έφυγε στο εξωτερικό όπου μαζί με την πρακτική δουλειά του στο κόμμα ασχολήθηκε ιδιαίτερα με μελέτες πάνω σε θεωρητικά ζητήματα του κινήματος, ενώ διέπρεψε και με την αρθρογραφία του στον αριστερό ρωσικό τύπο για την κατάσταση και τους αγώνες των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στη δυτική Ευρώπη. Γνώρισε το Λένιν και προσωπικά , εκτίμησε το έργο του και το μέγεθός του ως θεωρητικού και ως ηγέτη, αλλά και συγκρούστηκε μαζί του πάνω σε καίριας σημασίας θέματα, όπως το θέμα του κράτους, το θέμα του πολέμου και της ειρήνης, και άλλα,. Θα πρέπει να σημειώσω ότι αυτού του είδους οι συγκρούσεις χαρακτήριζαν το κόμμα του Λένιν,ο οποίος επιδίωκε πάντα το διάλογο, τη σύγκρουση με ανθρώπους του κινήματος, με μαρξιστές που είχαν να πουν κάτι σημαντικό, γιατί πίστευε ότι η αλήθεια του κόμματος, η αλήθεια του μαρξισμού θα προκύψει, και πρέπει σε κάθε περίπτωση να προκύπτει, μέσα από σοβαρό διάλογο, μέσα από την αντιπαράθεση επιχειρημάτων και συλλογισμών, με τη βεβαιότητα ότι μόνον έτσι μπορούσε να αναδείξει την υπεροχή της δικής του άποψης, που πάντα επιδίωκε να την κάνει κυρίαρχη άποψη του κόμματος.. Και ήταν αυτό που επιδίωκε και στις κρίσιμες διασκέψεις που σημάδεψαν την ιστορία των Μπολσεβίκων. Στη συνέχεια θα αναφερθώ σε μερικές από αυτές τις συγκρούσεις, σε θεωρητικά θέματα, αλλά και σε θέματα πολιτικής, στις οποίες αναφέρεται στο βιβλίο του ο Μ..Κουν.

Διαβάζοντας το βιβλίο του Μ.Κουν αντιλαμβάνεται κανείς το μέγεθος της αυθαιρεσίας που διέπραξαν οι συγγραφείς της «Ιστορίας....». Είναι πιστεύω χρήσιμη για όλους μας μια πρόχειρη, έστω, αναφορά στην παραχάραξη της πραγματικότητας ή ακόμα και στην πλήρη «κατάργησή» της από τους συγγραφείς της.

Διαβάζοντας λοιπόν την Ιστορία του ΚΚΣΕ (Μπ.), διαπιστώνουμε ότι σ αυτή δεν υπάρχει καμία αναφορά ούτε για τη δράση ούτε για το έργο του Μπουχάριν για την περίοδο μέχρι και την επιστροφή του το 1917, μετά την επανάσταση του Φλεβάρη, όπως δεν υπάρχει αναφορά ούτε στο γεγονός ότι το ζεύγος - Λένιν επέστρεψε στη Ρωσία μαζί με το ζεύγος –Ζηνόβιεφ με το οποίο ζούσαν σε καθημερινή στενή σχέση στο εξωτερικό. Ούτε βέβαια υπάρχει αναφορά στο γεγονός ότι ο Ζηνόβιεφ συχνά έγραφε και τις αποφάσεις των κομματικών συνδιασκέψεων.. Δεν υπάρχει αναφορά στο γεγονός ότι λίγο μετά την επιστροφή του στη Ρωσία ό Μπουχάριν έγινε διευθυντής της Πράβντα και αναπληρωματικό μέλος του Πολιτικού Γραφείου. Εξάλλου, στη συνέχεια δεν αναφέρονται οι ηγετικές θέσεις του Μπουχάριν στο κόμμα, ακόμα ούτε ότι είχε γίνει και γραμματέας της Κομιντέρν. Στην «Ιστορία...» δεν υπάρχει αναφορά στην Σχολή Μπουχάριν, στη δεκαετία του 1920, οι μαθητές του οποίου ( νομίζω εκτός από έναν) όλοι διώχθηκαν και εξοντώθηκαν μετά την δίωξη του Μπουχάριν. Ακόμα δεν υπάρχει αναφορά στη στενή συνεργασία Στάλιν – Μπουχάριν μετά το θάνατο του Λένιν, για την προώθηση της πολιτικής της ΝΕΠ, ως το 1927, όταν ο Στάλιν έκανε τη στροφή–επιστροφή στην πολιτική του πολεμικού κομμουνισμού, με την οποία διαφώνησε ο Μπουχάριν. Αποσιωπά βέβαια η «Ιστορία....» και το γεγονός ότι από τη 14-η συνδιάσκεψη (συνέδριο) του κόμματος (Απρίλης 1925) και μετά σε όλα τα συνέδρια του κόμματος ως το 1928 υπήρχαν δυο κύριες εισηγήσεις, του Στάλιν και του Μπουχάριν. Ακόμα η «Ιστορία...» δεν αναφέρεται ούτε στο γεγονός ότι ο Μπουχάριν μαζί με το Στάλιν πολέμησαν την αντιπολίτευση Κάμενεφ – Ζηνόβιεφ και μάλιστα με πολύ σκληρό τρόπο (και από τη μεριά του Μπουχάριν), ότι μαζί διεξήγαγαν τον πόλεμο εναντίον του Τρότσκι για την πολιτική του εξουδετέρωση και εξόντωση. Αυτό, για ευνόητους λόγους, δεν αναφέρεται στην «Ιστορία...» επειδή θα μπορούσε να ενταχθεί στα «θετικά» του Μπουχάριν – κατά την άποψη πάντα του Στάλιν και του χειραγωγικού ιδεολογικού προπαγανδιστικού του κατεστημένου, που με κύριο «επιχείρημα« την αναφορά στα δικαστήρια σκοπιμότητας, εμφάνισε τους βασικότερους συνεργάτες του Λένιν ωσάν να ήταν από καταβολής πράκτορες αρχικά της τσαρικής Οχράνας και μετά ή παράλληλα της αγγλικής κατασκοπίας ή και της πολωνικής κατασκοπίας κλπ....

Γενικά στην «Ιστορία...» ο Μπουχάριν αναφέρεται (όπου αναφέρεται) μόνο με αρνητικούς όρους, με έμφαση στις «αποδείξεις» της δίκης Μπουχάριν, που βέβαια δεν αναφέρεται ως δίκη Μπουχάριν, ;αλλά ως δίκη του «δεξιού –τροτσκιστικού αντισοβιετικού κέντρου», που στο όνομα του λαού (!) «το σοβιετικό δικαστήριο καταδίκασε τα μπουχαρινικά και τα τροτσκιστικά τέρατα σε τουφεκισμό», (σελ. 361, η έμφαση δική μου, Θ.Β.). Οι «αποδείξεις» και πολύ περισσότερο οι αποφάσεις του δικαστηρίου αυτού, αλλά και άλλων τέτοιων δικών, χρησιμοποιούνται στην «Ιστορία.....» ως τα αναμφισβήτητα κριτήρια για το έργο του Μπουχάριν και άλλων σοβιετικών ηγετών ...

Και μόνον το γεγονός ότι, σε κάποια ιστορική στιγμή, ο Μπουχάριν (ή ο καθένας από τους κατηγορούμενους και διωκόμενους) εξέφρασε σε κάποιο θέμα διαφορετική άποψη από εκείνη του Λένιν αρκούσε για να τον κατατάξει η «Ιστορία...» στους εχθρούς του κόμματος, της Σ.Ε., του σοσιαλισμού. .... (βλέπε σελίδες, 196,199,206,228,231,242,245, 339- 340), κατασκευάζοντας και με αυτόν τον τρόπο μια εικόνα του Λένιν όμοια με εκείνη του Στάλιν, που διεκδικεί το αλάθητο, επιβάλλεται πάνω στους άλλους από καθέδρας, την εικόνα ενός κομμουνιστή ηγέτη με χαρακτηριστική και καθοριστική, στη σκέψη και τη στάση του απέναντι στους άλλους τη νοοτροπία και την πρακτική του δικτάτορα.. Θα πρέπει δε να πω ότι στην «Ιστορία...» όλες αυτές οι αναφορές εντάσσονται σε ένα κλίμα γραφής που χαρακτηριζόταν από την ασύστολη παραχάραξη της πραγματικότητας, την απαγγελία αναπόδεικτων κατηγοριών όπως εκείνη για τη δολοφονία του Κίροφ «από δεξιούς, τροτσκιστές, ζηνοβιεφικούς» κλπ, την κατηγορία για τη σχεδίαση της «δολοφονίας» του Λένιν και την έμμεση συμμετοχή του Μπουχάριν στο θάνατο («δολοφονία») του Γκόρκι, κλπ ! Και όλα αυτά με την μόνη «απόδειξη» το υλικό και τις αποφάσεις των δικών σκοπιμότητας, στην περίπτωσή μας, της δίκης Μπουχάριν, που σωστά οι αδελφοί Μεντβέγιεφ στο βιβλίο τους, αποδεχόμενοι το χαρακτηρισμό ανταποκριτών από τη Δύση, την ονόμασαν «δίκη – θέαμα». Και τεκμηριώνουν πειστικά αυτή την άποψή τους στο κεφάλαιο « Η δολοφονία του Μπουχάριν» ( σελ 431 -480). Εξάλλου, το βιβλίο του Μίκλος Κουν διαλύει κάθε σκέψη περί του αντιθέτου . Αυτό που ζητά περισσότερο πειστική απάντηση είναι το ερώτημα : γιατί ο Μπουχάριν αποδέχεται τις κατασκευασμένες ψεύτικες κατηγορίες του δικαστηρίου, κι ακόμα γιατί επιχειρεί με τις απανωτές επιστολές προς το Στάλιν από τη φυλακή, αλλά και με τα βιβλία τα οποία έγραψε στη φυλακή να εμφανίσει το Στάλιν ως αδιαμφισβήτητο ηγέτη που με τη «σοφή» ηγεσία του θριάμβευσε ο σοσιαλισμός στη Ρωσία!. Πράγμα, που το κάνει και στην απολογία του μπροστά στο δικαστήριο, στην οποία επιχειρεί να αναπτύξει το συλλογισμό που ενισχύει αυτή τη θέση του, καθώς και το «συλλογισμό» που τον οδηγεί στη μεταμέλεια. Αυτό είναι ένα από τα θέματα που επιθυμώ να αναπτύξω ειδικότερα, έχοντας ως προηγούμενο την ενασχόλησή μου με το θέμα της ταυτότητας του κομμουνιστή και τη σχέση του με τις ιδέες που πρεσβεύει και με το κόμμα – αναφερόμενος στους κομμουνιστές λενινιστικής καταβολής της περιόδου την οποία εξετάζουμε.*

---------------------------------

* Βλέπε το βιβλίο μου Ο άνθρωπος μέσα στο επαναστατικό κίνημα (εκδ. Γρηγόρης 1980). Σχετικές έμμεσες ή και άμεσες αναφορές στο θέμα υπάρχουν στα βιβλία μου α) Κρίσιμη ώρα του υπαρκτού σοσιαλισμού (εκδόσεις Γνώσεις, 1989),β) Το πρόβλημα της ταυτότητας του ανθρώπου (εκδ. Ψηφίδα, 2004) και γ) Η αριστερά χθες, σήμερα, αύριο,εκδ. Βακαλιός, 2004. Άμεσα με το θέμα ασχολούμαι στην (αδημοσίευτη) μελέτη μου Η ηθική ταυτότητα της Αριστεράς).

-------------------------------------------

Πάντως, θα πρέπει να πω ότι το βιβλίο ΜΠΟΥΧΑΡΙΝ είναι γραμμένο από έναν ιστορικό με σαφή την κατηγορηματική αντιπαράθεσή του στο Στάλιν ως ηγέτη και την αποστροφή του όσον αφορά τον άνθρωπο Στάλιν, το χαρακτήρα του. Άλλωστε, ο συγγραφέας του, σε πολλά σημεία του βιβλίου, μην έχοντας τη δυνατότητα αλλιώς να τεκμηριώσει πλήρως τις υποθέσεις του ή τις πληροφορίες που συνέλεξε ως ερευνητής από τη μελέτη της σχετικής βιβλιογραφίας, χρησιμοποιεί τις προσωπικές μαρτυρίες κυρίως ατόμων που οι ίδιοι ή συγγενείς τους είχαν υποστεί τις διώξεις του σταλινικού καθεστώτος. Όμως το κάνει αυτό με την παράλληλη φροντίδα σε κάθε περίπτωση (όπου αυτό είναι δυνατό) να ελέγξει τις πληροφορίες του με αναφορά σε σχετικά τεκμήρια και μελέτες. Ο Μ.Κ. φαίνεται να έχει δει όλα τα αρχεία, όσα μπορούσε να δει, όχι μόνο στη Ρωσία αλλά και σε άλλες χώρες. Θα πρέπει βέβαια να πω ότι τα αρχεία του κόμματος και του κράτους «άρχισαν ν’ ανοίγουν μετά την κατάρρευση της Σ.Ε., το 1991» (βλέπε, Μεντβέγιεφ...., σελ. 9), δηλαδή τρία χρόνια μετά τη δημοσίευση αυτού του βιβλίου του, το 1988. Εξάλλου, σύμφωνα με τους αδελφούς Μεντβέγιεφ «μέχρι σήμερα έχει ερευνηθεί μόνον ένα επιφανειακό στρώμα των νέων υλικών» για την ιστορία του Κομμουνιστικού κόμματος και του κράτους. (σελ. 10).

Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει κάποιον στην αμφισβήτηση της εγκυρότητας όσων λέγονται στο βιβλίο του Κ.Μ. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι. τουλάχιστον όσον αφορά τη δεκαετία του 1920 (και μέχρι το 1932), οι διαμάχες-συγκρούσεις, πολιτικές και ιδεολογικές, μέσα στο κόμμα ήταν αποτυπωμένες στα πρακτικά των συνεδρίων του κόμματος, και στον τύπο της εποχής. Τα υλικά αυτά ήταν διαθέσιμα στους ερευνητές (σίγουρα μετά το 20- ο συνέδριο του ΚΚΣΕ) , από τη βιβλιοθήκη- Λένιν της Μόσχας, αλλά και από τις βιβλιοθήκες άλλων μεγάλων πόλεων της Σ.Ε.. Γι αυτό έχω ιδία αντίληψη από τις μελέτες μου στη βιβλιοθήκη της Ακαδημίας του Κιέβου, το 1970, όταν έγραφα τη διδακτορική μου διατριβή με αντικείμενο την κριτική εξέταση της πορείας εξέλιξης του σοσιαλισμού στη δεκαετία 1920 και 1930 στη Σ.Ε. και του σταλινικού συστήματος. Από τη μελέτη αυτών των υλικών μπορούσε κανείς να μορφώσει σαφή εικόνα και άποψη για το είδος των πολιτικών και ιδεολογικών αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων στο επίπεδο της ηγεσίας του κόμματος, και κατ επέκταση στο κόμμα. Αυτό που δεν υπάρχει αποτυπωμένο σ αυτό το υλικό είναι οι διεργασίες που γίνονταν στο παρασκήνιο, για τις οποίες μόνο συμπερασματικά μπορούσε κανείς να μορφώσει μια ορισμένη άποψη. Πάντως, σε ό,τι αφορά τη δίκη Μπουχάριν, η οποία ήταν ανοιχτή ακόμα και για τους ξένους παρατηρητές και τους ανταποκριτές του ξένου τύπου, θα πρέπει να πω ότι όλα τα υλικά της είχαν δημοσιευτεί στο σοβιετικό τύπο*, συνοδευόμενα, βέβαια, από

--------------------------

* Ωστόσο, ο Ρόι Μεντβέγιεφ μας πληροφορεί ότι «τα πλήρη, χωρίς τροποποιήσεις στενογραφημένα πρακτικά της δίκης της “δεξιάς – τροτσκιστικής ομάδας” ανακαλύφθηκαν το 1995, στο Προεδρικό Αρχείο. Το κείμενο περιέχει κάποιες επεμβάσεις από άγνωστο διορθωτή καθώς και τροποποιήσεις που έκανε ο Στάλιν, ο οποίος διέγραψε ολόκληρες προτάσεις με χρωματιστά μολύβια. Είναι ενδιαφέρον ότι ο Στάλιν άφησε στο κείμενο πολλές φράσεις που αργότερα ερμηνεύτηκαν ως θαρραλέες δηλώσεις του κατηγορουμένου, ενώ διέγραψε μια σειρά από ασήμαντες λεπτομέρειες».(όπ.π. σελ. 480).

-------------------------------------------------------------

σχολιασμούς που σκόπευαν να αναστείλουν τις όποιες αμφιβολίες του σοβιετικού αναγνώστη, αλλά και των κομμουνιστών του ευρύτερου χώρου, διεθνώς, που παρακολουθούσαν τις εξελίξεις με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και με συναισθηματική ένταση.. Άλλωστε, τα κομμουνιστικά κόμματα – τμήματα της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κομιντέρν), «θεσμικά» τουλάχιστον, δεν είχαν τη δυνατότητα αμφισβήτησης αυτού του υλικού. Αντίθετα, με το πολιτικο –ιδεολογικό κύρος των ηγεσιών τους που διέθεταν απέναντι στα μέλη του κόμματος ή και στον ευρύτερο χώρο που αυτές επηρέαζαν, αποδέχονταν ή και ενίσχυαν την «εγκυρότητά» τους, υπερθεμάτιζαν στην «ορθότητα» των διώξεων και το καθεστώς του τρόμου στη δεκαετία του 1930 - ανάλογα και με την περίπτωση του συγκεκριμένου κόμματος, της ηγεσίας του, ή υιοθετώντας τις λογικές που αναφέρονταν στην ιστορική αναγκαιότητα.... Λογικές που είχαν βρει (ή βρίσκουν ακόμα και σήμερα) την έκφρασή τους και σε θέματα μεθοδολογίας της ιστορικής έρευνας. Κι εδώ, για λόγους οικονομίας, αναφέρομαι στις σχετικές αναφορές των αδελφών Μεντβέγιεφ, στην πληροφορία ότι κάποιοι συγγραφείς αποπειράθηκαν να δικαιώσουν τις πολιτικές του Στάλιν (σελ.9.), μαζί βέβαια και το καθεστώς του τρόμου που η αποκρουστικότητά του –αυτό θα πρέπει να το πω- αμβλύνεται με αναφορά στο γεγονός ότι η περίοδος αυτή (της δεκαετίας του 1930) ήταν και περίοδος ραγδαίας εκβιομηχάνισης της χώρας, και μάλιστα μπροστά στη βέβαιη απειλή της από τη χιτλερική Γερμανία, συνοδευόμενη αυτή η διαδικασία από μια αντίστοιχη κοινωνική και μορφωτική αναβάθμιση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού. Αυτό δεν πρέπει να αγνοείται.

Όπως είπα, η ανάδειξη από το Στάλιν και τους ιδεολόγους του της διαφωνίας με το Λένιν, ως στοιχείου επιβαρυντικού για την επαναστατικότητα του Μπουχάριν (και του οποιουδήποτε μπολσεβίκου που σε κάποιο θέμα είχε διαφωνήσει μαζί του) και της κομματικής του εντιμότητας, ήταν στην ίδια αντίληψη που εμφάνιζε το Λένιν ως αδιάλλακτο ηγέτη, κάτοχο της μοναδικής και απόλυτης αλήθειας, ως έναν κομματικό δικτάτορα, που ταίριαζε με την εικόνα του Στάλιν την οποία είχε φιλοτεχνήσει ως την αυθεντική εικόνα κομμουνιστή ηγέτη το ιδεολογικό και προπαγανδιστικό του κατεστημένο.

Πρόκειται για μια καίρια παραμόρφωση της εικόνας του Λένιν, της σχέσης του με τους συνεργάτες του που διαφωνούσαν μαζί του, της σχέσης του με το διάλογο που χαρακτήριζε και το ίδιο το κόμμα του Λένιν.. Ο Λένιν όχι μόνο δεν απαγόρευε την ελεύθερη έκφραση της διαφορετικής άποψης στο κόμμα, ακόμα και σε θέματα στρατηγικής, αλλά συνειδητά το επιδίωκε αυτό. Ενδεικτικά αξίζει νομίζω να μνημονευτεί η πληροφορία που παρέχει ο Μίκλος. Κουν σχετικά με την εμμονή του Λένιν να ακουστεί η άποψη του Μπουχάριν στη συνδιάσκεψη της Βέρνης (27 Φεβρουαρίου – αρχές Μαρτίου 1915). Κύριο θέμα αυτής της συνδιάσκεψης ήταν το ζήτημα του πολέμου και της ειρήνης. Στη συνδιάσκεψη αυτή ο Λένιν (μαζί ο Ζηνόβιεφ και άλλοι) ανέπτυξε την άποψη ότι η ειρήνη μπορεί να επιβληθεί στις αντιμαχόμενες πλευρές μόνο με μια επαναστατική στροφή, που εκφράστηκε και με τη θέση για την ήττα της πατρίδας. Πρότεινε να κληθούν οι ένστολοι εργάτες, να στρέψουν τα όπλα ενάντια στη δική τους εθνική μπουρζουαζία που ευθύνεται για τον πόλεμο. Αντίθετα, ο Μπουχάριν υποστήριζε ότι όπως έχουν τα πράγματα, με κυρίαρχο το εθνικιστικό κλίμα που εξακολουθεί να υπάρχει στο στρατό, αλλά και στα μετόπισθεν, τα συνθήματα τα οποία προβάλλουν την ήττα της πατρίδας θα βρουν κουφά αυτιά. Για τους λόγους που αναφέρει ο Κουν, ο Μπουχάριν δεν μπόρεσε να φτάσει έγκαιρα στον τόπο της συνδιάσκεψης.. Ο Λένιν πρότεινε την αναβολή της για να μπορέσει να εμφανιστεί ο Μπουχάριν, ο μόνος μπολσεβίκος πολιτικός που αυτή την περίοδο σε πολλά σημαντικά ζητήματα είχε διαφορετική σοβαρή άποψη, και σε ανοιχτή συζήτηση να ξεκαθαρίσουν τις απόψεις τους. .Η συνδιάσκεψη δέχτηκε την πρόταση του Λένιν. Ο Μπουχάριν εμφανίστηκε στη συνδιάσκεψη και ανέπτυξε την άποψή του πάνω στο θέμα του πολέμου και της ειρήνης, καθώς και σε άλλα θέματα για τα οποία είχε διαφορετική άποψη από εκείνη του Λένιν. Ενδιαφέρουσα είναι και η πληροφορία ότι (παρά τις διαφωνίες του με το Λένιν ) ο Μπουχάριν εκλέχτηκε στην τριμελή επιτροπή (Λένιν, Ζηνόβιεφ, Μπουχάριν) που συνέταξε το τελικό κείμενο της απόφασης της συνδιάσκεψης, καθώς και στη συντακτική επιτροπή του νέου θεωρητικού περιοδικού του κόμματος, Κομμουνίστ, (που η έκδοσή του αποφασίστηκε από τη συνδιάσκεψη) μαζί με το Λένιν, τον Ζηνόβιεφ, τον Πιατακόφ και την Μπος. Και είναι επίσης ενδεικτικό της στάσης του Λένιν απέναντι στον μελετητή Μπουχάριν το ότι έγραψε έναν πρόλογο για τη μελέτη του Μπουχάριν με τον τίτλο Η παγκόσμια οικονομία και ο ιμπεριαλισμός, στον οποίο εκτιμά θετικά τη μελέτη αυτή*

------------------------------------

* .Θα μπορούσαμε εδώ ν αναφερθούμε σε μια ανάλογη στάση του Λένιν σχετικά με την πρόταση για τη διαγραφή του Κάμενεφ από την Κεντρική Επιτροπή επειδή στη δίκη του τσαρικού δικαστηρίου με την κατηγορία ότι οι μπολσεβίκοι βουλευτές της Κρατικής Δούμας συζητούσαν στο σπίτι του το αντιπολεμικό μανιφέστο που σχεδίαζαν να εκδώσουν. (τότε – 1914 - ο Κάμενεφ ήταν επιφορτισμένος με τη διεύθυνση του μπολσεβίκικου κινήματος στη Ρωσία) ο Κάμενεφ, με τους εργάτες αντιπροσώπους του κόμματος στην Κρατική Δούμα, εφάρμοσε μια τακτική άμυνας και όχι επίθεσης, όπως πολλοί θα περίμεναν από τον Κάμενεφ, πετυχαίνοντας έτσι ν αποφύγει τη θανατική καταδίκη Όμως, αυτό ο νηφάλια σκεπτόμενος Λένιν δεν ήταν διατεθειμένος να το δεχτεί .Όπως και τον Απρίλιο του 1917 δεν επέτρεψε τον αποκλεισμό του Κάμενεφ από την Κεντρική Επιτροπή, που πολλοί ζητούσαν: «Η παρουσία του Κάμενεφ στην Κεντρική Ειτροπή είναι πολύ σημαντική , είπε ο Λένιν. Είναι σημαντική για τη σοβαρή συζήτηση την οποία διεξάγουμε μαζί του. Αν καταφέρει κανείς να τον πείσει, μπορεί να ξέρει ότι με αυτό πέτυχε να καταπολεμήσει τις αμφιβολίες που υπάρχουν στις μάζες»..

---------------------------------------------

Αυτό το περιστατικό είναι ενδεικτικό για τη σχέση Λένιν – Μπουχάριν (Μουχάριν – Λένιν) μέχρι το τέλος της ζωής του Λένιν, ακόμα και στην περίοδο μετά την κατάκτηση της εξουσίας από τους μπολσεβίκους,όταν ο Λένιν ήταν στην κορυφή του κράτους - και του κόμματος, φυσικά.. Αξίζει νομίζω να μεταφέρω εδώ αυτούσια την συνοπτική εκτιμηση του Μ. Κουν για τη σχέση τους.: «Η σταδιοδρομία του Λένιν και του Μπουχάριν από το 1912 ως το 1923 ήταν εξαιρετικά στενά δεμένη. Παρά τη σειρά συζητήσεων- αντιπαραθέσεων – είναι ζήτημα αν υπάρχει συνέδριο ή συνδιάσκεψη του κόμματος όπου ανοιχτά ή καλυμμένα να μην είχαν συγκρουστεί- η προσωπική τους φιλία είχε διατηρηθεί. Το ζεύγος Ουλιάνοφ αγαπούσε σαν παιδί του τον Μπουχάριν με τη ζεστή καρδιά. Σύμφωνα με τον Νικολαί Κρεστίνσκι , πρεσβευτή της κυβέρνησης της Σοβιετικής Ρωσίας στο Βερολίνο, με αυτά τα λόγια ζήτησε ο Λένιν από τις αρχές του Βερολίνου να παραχωρήσουν άδεια εισόδου στον Μπουχάριν για λόγους υγείας.

Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου των Λαϊκών Επιτρόπων (ο Λένιν, μτφ) εκτιμούσε στο Μπουχάριν όχι μόνον τον ρομαντικό επαναστάτη, αλλά και τον ρεαλιστή πολιτικό, ο οποίος από την άνοιξη του 1921 όχι μόνον αποδέχτηκε τους σκοπούς της ΝΕΠ, αλλά πολύ γρήγορα είχε κατανοήσει καλύτερα από άλλους τις οικονομικές της αναφορές. Δεν είναι τυχαίο που το 1922, την περίοδο του υποχρεωτικού διαλείμματος του Λένιν για ξεκούραση, στους μακρινούς περιπάτους τους στο δάσος κουβέντιασε μαζί του τις εσώτερες σκέψεις του για την περαιτέρω οικονομική ανάπτυξη της Σοβιετικής Ρωσίας, για τον κοινωνικό μετασχηματισμό και τον εκδημοκρατισμό της χώρας».Εν κατακλείδι : Στις 24 Δεκεμβρίου το 1922 ο Λένιν έβαλε στο χαρτί τις τελευταίες γραμμές για τον Μπουχάριν, που μέχρι σήμερα δίνουν αφορμή για διάφορες ερμηνείες: «Ο Μπουχάριν είναι ο πιο αξιόλογος και ο μεγαλύτερος θεωρητικός. του κόμματος. Δικαιολογημένα μπορούμε να τον θεωρήσουμε παράλληλα αγαπητό σε όλο το κόμμα. Όμως, είναι πολύ αμφίβολο αν οι θεωρητικές θέσεις του ανήκουν στις καθαρά μαρξιστικές απόψεις. Υπάρχει σ αυτές κάτι το σχολαστικό, ποτέ δεν έμαθε και νομίζω ότι ποτέ δεν κατανόησε εντελώς τη διαλεκτική».

Όπως ήταν «φυσικό» ο Στάλιν και το ιδεολογικό του κατεστημένο ξεχώρισαν την τελευταία πρόταση από την εκτίμηση του Λένιν, για να τη χρησιμοποιήσουν ως «στοιχείο» που δικαιολογούσε τη δίωξή του μετά το 1927 – 1928.....Όμως δεν είναι εδώ η ευκαιρία για να επιχειρήσουνε μια ανάλυση της άποψης του Λένιν, από την οποία προκύπτει βέβαια ότι ο Λένιν και στο θεωρητικό επίπεδο βάζει πιο πάνω τον Μπουχάριν από τον Στάλιν, ενώ δεν υπάρχει καμία νύξη από το Λένιν για το Στάλιν περί αξιόλογου , έστω, θεωρητικού, ούτε καν περί θεωρητικού. ¨Όμως στη διαμορφωμένη από το ιδεολογικό κατεστημένο, από τους μηχανισμούς που διαχειρίζονταν την χειραγώγηση της ιδεολογικής και πολιτικής συνείδησης του κόμματος, πέρασε το δεύτερο σκέλος της εκτίμησης του Λένιν, εξουδετερώνοντας και την εκτίμησή του περί του αγαπητού από όλο το κόμμα ατόμου. Εξάλλου, αυτή η παρέμβαση του Στάλιν και του ιδεολογικού του κατεστημένου λειτούργησε υπέρ της προσπάθειας αποτροπής μιας αυτόνομης εκτίμησης του συνολικού έργου του Μπουχάριν ως θεωρητικού και πολιτικού ή και ως ανθρώπου. και κατ επέκταση αποτροπής της προσπάθειας για μια αυτόνομη αντικειμενική εκτίμηση της ιστορίας του κόμματος, από την οποία θα προέκυπτε ότι οι σταλινικές «θεωρίες» περί της «ιδεολογικής και πολιτικής μονολιθικότητας» του κόμματος ήταν αυθαίρετες κατασκευές που δεν είχαν καμία σχέση με την αλήθεια για το κόμμα του Λένιν. Εξάλλου, από μια τέτοια προσπάθεια θα κατέρρεε. και η άποψη των κριτών του Λένιν ότι ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός είναι ασυμβίβαστος με τη δημοκρατία και τον ελεύθερο διάλογο στο κόμμα. ¨Ένα διάλογο, που με δεδομένο το κοινό θεωρητικό πλαίσιο, μπορούσε να οδηγήσει σε λειτουργικές, και πολιτικά, συνθέσεις Αυτό βέβαια προϋπέθετε τη λειτουργία του «σκέλους» της δημοκρατίας στο κόμμα.

Το σταλινικό κόμμα ήταν κατεξοχήν κόμμα χωρίς δημοκρατία και ελεύθερη έκφραση των απόψεων όλων των μελών του. Αυτό πιο έντονα χαρακτήριζε μάλλον την κατάσταση η οποία είχε καθιερωθεί στα ανώτερα, όπως λένε, κλιμάκια της καθοδήγησης του κόμματος. Το σταλινικό κόμμα ήταν μονολιθικό σε όλα τα επίπεδα, υποταγμένο κατά απόλυτο τρόπο στις επιλογές και τις αποφάσεις του Στάλιν, πράγμα βέβαια που δεν απέκλειε την αξιοποίηση από τον ίδιο των απόψεων και συμβουλών που γίνονταν πάντα με γνώμονα την ενίσχυση των θέσεών του και τη λήψη των ορθών κατά την άποψή του λειτουργικών αποφάσεων. Άλλωστε, αυτό το επιδίωκε ο ίδιος συνειδητά. Η δυνατότητα αυτή αξιοποιούνταν ανάλογα από όσους ήθελαν να παραμείνουν στην εξουσία ή να διεκδικήσουν την εύνοιά του και να γίνουν μέλη του εξουσιαστικού κατεστημένου. Σε αντίθεση με το λενινιστικό κόμμα, στο σταλινικό κόμμα δεν υπήρχε διάλογος (σύγκρουση απόψεων) σε θέματα μεγάλων επιλογών, παρά μόνο στο επίπεδο της εκτέλεσης των αποφάσεων.

Και είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τονιστεί για την περίπτωση του κόμματος του Λένιν ότι οι λειτουργικές συνθέσεις οι οποίες προέκυπταν από το διάλογο, από τη σύγκρουση απόψεων, θα ήταν μάλλον αδύνατες χωρίς έναν ηγέτη του κόμματος που είχε όλα τα φόντα να το πράττει αυτό και να πείθει, τελικά, με την ισχυρή λογική του και την αντίστοιχη τεκμηρίωση της άποψής του. Αυτό βέβαια προϋπέθετε, όπως είπα, την ύπαρξη κοινού θεωρητικού πλαισίου και κοινής θεωρητικής γλώσσας, αλλά και κοινού ιστορικού και πολιτικού στόχου και σκοπού, βέβαια.. Χωρίς αυτά δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν συνθέσεις. Ο «διάλογος» θα εκφυλιζόταν σε παράλληλους μονολόγους και στην παγίωση των διαφόρων τάσεων, ακόμα και αν το κόμμα λειτουργούσε ως συλλογικότητα με δημοκρατικές αρχές και κανόνες.

Η ιστορική πείρα δείχνει ότι οι συλλογικότητες χωρίς τον χαρισματικό ηγέτη δεν οδηγούν σε συνθέσεις. Αυτό αφορά και τις συλλογικότητες οι οποίες λειτουργούν δημοκρατικά. Αυτή η θέση, βέβαια, χρειάζεται ειδική τεκμηρίωση, που δεν είναι δυνατό να επιχειρήσω εδώ.. Περιορίζομαι ν αναφερθώ στην άποψη του Ζορές Μεντβέγιεφ ότι ο Στάλιν είχε προβληθεί ως χαρισματικός ηγέτης, ενώ δεν ήταν . Ο Στάλιν ήταν, λέει ο Μεντβέγιεφ, ένας «ψευδοχαρισματικός» ηγέτης, προσθέτοντας ότι το «ψευδοχάρισμα» «είναι σε μεγάλο βαθμό προϊόν αποτελεσματικής ή μέγα- προπαγάνδας, παρά σημάδι εξαιρετικής διάνοιας ή μοναδικού προφητικού ταλέντου» (Βλ. Μεντβέγιεφ, όπ. π. σελ. 91). Θα πρέπει όμως να πω ότι ο Στάλιν ήταν πειστικός προς τις εργατικές μάζες (της Ρωσίας), ενέπνεε δύναμη και αυτοπεποίθηση (μαζί βέβαια και φόβο) και ήταν ένας ηγέτης με μεγάλες οργανωτικές ικανότητες, χωρίς τις οποίες θα ήταν αδύνατο να λειτουργήσει ως δικτάτορας ενός τεράστιου συγκεντρωτικού κράτους.

Βέβαια, και ένας χαρισματικός ηγέτης μπορεί να γίνει δικτάτορας. Όμως αυτός δεν ενδιαφέρεται για την ύπαρξη συλλογικοτήτων με κριτικό πνεύμα οι οποίες λειτουργούν με δημοκρατικό τρόπο. Πάντως, σε ό,τι αφορά το Λένιν, η χαρισματικότητά του η οποία του επέτρεπε να οδηγηθεί σε συνθέσεις και σε κρίσιμες επιλογές ιστορικής σημασίας θα ήταν θεωρητικά και πολιτικά , από ιστορική άποψη, ανενεργή χωρίς τη συλλογικότητα του κόμματος στο οποίο ήταν εξασφαλισμένη η ισότιμη και ελεύθερη ανάπτυξη και σύγκρουση των ιδεών. Και ήταν αυτό κάτι που ο Λένιν συνειδητά και συστηματικά το επιδίωκε. Η θεωρία ότι ο Στάλιν ήταν «πιστός μαθητής του Λένιν», ότι το στιλ δουλειάς του Στάλιν προσιδίαζε σε εκείνο του Λένιν, ότι και στο κόμμα ήταν συνεχιστής του έργου του Λένιν κλπ. ήταν κατασκευές του ιδεολογικού χειραγωγικού του κατεστημένου.

Αυτά τα γνώριζαν οι μελετητές της ιστορίας του ΚΚΣΕ (Μπ.) και πριν ανοίξουν τα αρχεία του κόμματος. Τα διαθέσιμα στοιχεία το επέτρεπαν αυτό. Όσο κι αν το επιδίωκε το ιδεολογικό κατεστημένο, το υλικό αυτό δεν μπορούσε να μείνει εξ ολοκλήρου στα απόρρητα. Το γνώριζαν και οι μελετητές της ιστορίας του ΚΚΣΕ που εσκεμμένα κατασκεύασαν την ψεύτικη εικόνα του Στάλιν εξομοιώνοντάς τον ως πολιτικό, ακόμα και ως θεωρητικό, αλλά και ως άνθρωπο, ως προσωπικότητα με το Λένιν. Θέτοντας όλη αυτή τη χειραγωγική επιχείρηση στην υπηρεσία του καθεστώτος της προσωπολατρίας.- αποκρύπτοντας με σπουδή και το γεγονός ότι ο Λένιν απεχθάνονταν την προσωπολατρία.

Αυτό που με πολλή σπουδή μπόρεσαν να το κρατήσουν κατά έναν απόλυτο τρόπο στα απόρρητα ήταν οι διαδικασίες οι οποίες συντελούνταν στο παρασκήνιο, όπου και κρίνονταν, σε μεγάλο βαθμό τα πράγματα.- ειδικότερα σε ό,τι αφορά τις δίκες σκοπιμότητας. Πάντως, ένα μέρος των πληροφοριών που αναφέρονται σ αυτές τις διαδικασίες έγινε γνωστό μετά το 20-ο συνέδριο του ΚΚΣΕ, κυρίως από ερευνητές που ήταν γνώστες εκ των έσω αυτών των διαδικασιών, χωρίς βέβαια κανένας να μπορούσε να γνωρίζει επακριβώς τις διεργασίες στη σκέψη του Στάλιν, που ήταν ο εμπνευστής αυτών των δικών, ειδικότερα ίσως της δίκης Μπουχάριν ,και πραγματικός αρχιτέκτονάς τους, με προέκταση της σκέψης του και εκτελεστή της θέλησής του το Βισίνσκι. Ο Μπουχάριν, που το γνώριζε αυτό, προσπάθησε με απανωτές επιστολές στο Στάλιν, από τη φυλακή (δείγματα αυτών των επιστολών δημοσιεύουν οι αδελφοί Μεντνβέγιεφ στο βιβλίο τους),.να αποτρέψει την εκτέλεση της απόφασής του για τη φυσική εξόντωσή του, πιστεύοντας ίσως στη δυνατότητα αναθεώρησής της επηρεάζοντάς τον να εφαρμόσει μιαν άλλη λογική – όχι τη λογική της φυσικής του εξόντωσης.. Μάταια, έτσι, που στο τελευταίο του γράμμα προς το Στάλιν, πριν από την εκτέλεσή του, ξεκινούσε, με τα λόγια: «Κόμπα (αυτό ήταν το ψευδώνυμο του Στάλιν στην παρανομία- Θ.Β.), τι σου χρειάζεται ο θάνατός μου;» Αξίζει να σημειωθεί το γεγονός (μάλλον για τους ψυχολόγους μελετητές της προσωπικότητας του Στάλιν) ότι ο Στάλιν κράτησε αυτό το γράμμα του Μπουχάριν σε ένα από τα συρτάρια του για όλη την υπόλοιπη ζωή του (Μεντβέγιεφ...σελ. 481). Στο γράμμα αυτό αναφέρεται και ο Μίκλος Κουν, μολονότι .το βιβλίο του γράφτηκε πριν από την κατάρρευση της Σ..Ε, το 1988, δηλαδή πριν από το άνοιγμα των αρχείων του κόμματος και του κράτους. Αυτό είναι ενδιαφέρον, αφού έρχεται να πιστοποιήσει ότι πολλά (απόρρητα) πράγματα ήταν γνωστά πολύ πριν από το άνοιγμα των αρχείων. Και είναι επίσης ενδιαφέρον ότι οι αναφορές των αδελφών Μεντβέγιεφ που έχουν σχέση με τη δίκη Μπουχάριν, αλλά και με το παρασκήνιο, συμπίπτουν με εκείνες του Μίκλος Κουν. πράγμα που ενισχύσει την εγκυρότητα των όσων λέει ο Κουν στο βιβλίο του –με δεδομένο ότι το βιβλίο των Μεντβέγιεφ εκδόθηκε το 2003. Άλλωστε, οι συμπτώσεις αφορούν και στα συμπεράσματα..

Πάντως, αυτό που κάνει ιδιαίτερη εντύπωση, και που συγχρόνως γεννά μεγάλα ερωτήματα, είναι πώς ένας διανοούμενος, ένας θεωρητικός και πολιτικός ο οποίος διαμορφώθηκε και λειτούργησε με το έργο του σε συνθήκες δημοκρατικού εσωκομματικού καθεστώτος, με την ευχέρεια να λέει ελεύθερα τη γνώμη του (με τον γραπτό και τον προφορικό λόγο) προς όλες τις κατευθύνσεις, χωρίς διακρίσεις και χωρίς τις οποιεσδήποτε αναστολές (πολιτικές, ιδεολογικές, ηθικές, ψυχολογικές) σχετικά με τη θέση που κατείχε αυτός στον οποίο απευθύνονταν η κριτική του. Πώς ένας μαρξιστής θεωρητικός και πολιτικός ο οποίος, σε κρίσιμα θέματα στρατηγικής (αλλά και τακτικής) του κόμματος, ήρθε πολλές φορές σε αντιπαράθεση με το Λένιν, ένας δάσκαλος που ως επικεφαλής Σχολής (της Σχολής Μπουχάριν) στη δεκαετία του 1920, παρήγαγε μια πλειάδα μαρξιστών διανοουμένων, πώς μια ηγετική προσωπικότητα με μεγάλο κύρος στη σοβιετική διανόηση, ακριβώς χάρη στο κριτικό του πνεύμα και την αναγνωρισμένη ευρεία παιδεία του, μία προσωπικότητα που από την ίδια της τη «φύση» ήταν αδύνατο να λειτουργήσει σε ένα κομματικό καθεστώς του οποίου ήταν ακριβώς η καίρια άρνησή του, δέχτηκε τελικά όχι μόνον να υποταχτεί στο σταλινικό καθεστώς, αλλά και στον ίδιο το Στάλιν, πώς έφτασε να τον εκθειάζει κατά τον ίδιο τρόπο που το έπραττε το χειραγωγικό ιδεολογικό και προπαγανδιστικό του κατεστημένο; Πώς έφτασε να αποδεχτεί το πλαστό κατηγορητήριο του Βισίνσκι, και να δηλώσει; «κλίνω την κεφαλή μπροστά στο κόμμα και στη χώρα», δεχόμενος την όποια ποινή του δικαστηρίου, και για να πει ακόμα ότι τα «εγκλήματά του» επιδέχονται την δεκάκις καταδίκη εις θάνατον!.

Και από τη σχετική βιβλιογραφία προκύπτει ότι είναι αδύνατο να λάβει απάντηση με πληρότητα αυτό το ερώτημα.. Όχι μόνον εξαιτίας της ασυνήθιστης ιδιαιτερότητας του φαινομένου, αλλά και του γεγονότος ότι ο ίδιος ο Μπουχάριν, ειδικότερα με το σκεπτικό το οποίο αναπτύσσει για να δικαιολογήσει τη μεταμέλειά του, τη μετάνοιά του, επιχειρεί να υψώσει ένα λογικό τείχος σε όποιον θα ήθελε να αμφισβητήσει την ορθότητα της καταδίκης του από το «σοβιετικό δικαστήριο».

Εννοείται ότι, δεν μπορεί να είναι αντικείμενο αυτού εδώ του κειμένου ένα τέτοιο εγχείρημα, αν τελικά αποφάσιζα αυτό να το τολμήσω. Θα περιοριστώ στην επιγραμματική παρουσίαση των εξηγήσεων που δίνει ο Μ. Κουν και οι Μεντβέγιεφ (οι οποίοι και αναφέρονται σε μια ευρύτερη βιβλιογραφία), ενώ θα επιχειρήσω να προσθέσω σ αυτές τις εξηγήσεις μία ακόμα, δική μου, η οποία πιστεύω ότι ανοίγει ένα παράθυρο για την μελέτη του εσωτερικού συνειδησιακού κόσμου ατόμων που η ταύτισή τους με μια ιδέα, ένα σκοπό, ένα έργο, όταν αυτή προσλαμβάνει τα χαρακτηριστικά της ειδολογικής ταυτότητας του ατόμου, καθορίζοντας κατά έναν απόλυτο τρόπο την προσωπικότητά του και το νόημα της ζωής του, το καθιστά επιρρεπές για κάθε τίμημα, ακόμα και την ηθική ταυτότητα του ίδιου του προσώπου του. Οι μελέτες μου σχετικά με το πρόβλημα της ταυτότητας του ανθρώπου (βλ Θ. Βακαλιός Το πρόβλημα της ταυτότητας του ανθρώπου, εκδ. Ψηφίδα, 2004), αλλά και σχετικά με την ταυτότητα του κομμουνιστή (βλ. Θαν. Βακαλιός ,Ο άνθρωπος μέσα στο επαναστατικό κίνημα, εκδ. Γρηγόρης, 1980) μου επιτρέπουν να προβώ σε αυτή την εξήγηση, που δεν αφορά βέβαια μόνο στη στάση του Μπουχάριν, αλλά σχεδόν όλων (με δύο-τρεις μόνον εξαιρέσεις) όσοι είχαν υποστεί τις σταλινικές δίκες σκοπιμότητας.

Μία από τις πλέον διαδεδομένες εξηγήσεις του φαινομένου της αποδοχής πλαστών κατηγοριών του δικαστηρίου και της αποδοχής των ποινών που τους είχαν επιβληθεί αναφέρεται στα βασανιστήρια και τις ψυχοσωματικές επεμβάσεις που αλλοιώνουν ακόμα και την κανονική λειτουργία του λογικού πυρήνα της ανθρώπινης συνείδησης. Στο θέμα αυτό υπάρχει μια αξιόλογη ψυχολογική βιβλιογραφία, βασιζόμενη και σε συγκεκριμένη έρευνα, στην οποία δεν υπάρχει λόγος εδώ να αναφερθώ. Θεωρώ ιδιαίτερα το πρώτο σκέλος αυτής της εξήγησης (τα βασανιστήρια) θα έλεγα κοινότυπο. Δεν εξηγεί τη στάση ισχυρών προσωπικοτήτων που είχαν υποστεί απάνθρωπα βασανιστήρια στις φυλακές της τσαρικής Οχράνας χωρίς να ενδώσουν σε αυτήν. Ο Μ.Κουν αναφέρει χαρακτηριστικά την περίπτωση της σκληροτράχηλης Γιακόβλεβα, συντρόφου στον κοινό αγώνα δίπλα και μαζί με τον Μπουχάριν, που ενέδωσε (ή αποφάσισε;) να καταθέσει εναντίον του Μπουχάριν, και να στηρίξει τις ψεύτικες κατηγορίες του Βισίνσκι. – η οποία, ωστόσο αργότερα μετάνιωσε γι αυτό. Όμως, για τον Μπουχάριν δεν ισχύει αυτή η διπλή αιτίαση, αν πιστέψουμε όσα είπε στην απολογία του για την κατάστασή του στη φυλακή, όπου «είχε τη δυνατότητα να δουλεύει μέχρι τη στιγμή που ολοκληρώθηκαν οι προετοιμασίες για τη δίκη του» (Μεντβέγιεφ, όπ. π. .σελ.464). Το αποτέλεσμα αυτής της δουλειάς ήταν Τα χειρόγραφα της φυλακής, που δημοσιεύτηκαν από το γιο του το 1996, στα οποία συγκαταλέγονται τα κείμενα Σοσιαλισμός και πολιτισμός και το δοκίμιό του πάνω στα Φιλοσοφικά τετράδια του Λένιν, με τον τίτλο Φιλοσοφικά αραβουργήματα (Βλ, παρουσίασή τους; Μεντβέγιεφ, όπ.π. σελ.462 κ.ε. και ερμηνείες για τη σκοπιμότητά τους).

Ισχυρό στοιχείο αιτιολόγησης της στάσης του Μπουχάριν είναι οπωσδήποτε η άποψη ότι ο φόβος για την τύχη των δικών του, της νεαρής γυναίκας του και του μικρού γιου του ήταν μία από τις σημαντικότερες αιτίες για τη «σύμπραξή» του με τους δημίους του. Πολύ περισσότερο που η γυναίκα του ήταν ο μόνος άνθρωπος που μπορούσε να φυλάξει την διαθήκη του προς το κόμμα, στο κείμενο- επιστολή με τον τίτλο «προς μια μελλοντική γενιά ηγεσίας του Κόμματος», από την οποία ζήτησε να την απομνημονεύσει, λέγοντας: «Είσαι νέα» και θα «ζήσεις αρκετά για να δεις άλλους ανθρώπους στην ηγεσία του Κόμματος». Πράγμα που το έκανε η γυναίκα του επαναλαμβάνοντας μέσα της διαρκώς για είκοσι χρόνια το περιεχόμενό της επιστολής σε όλες τις καταστάσεις της δικής της οδύσσειας σε φυλακές, στρατόπεδα και εξορίες. Η επιστολή αυτή, την οποία η Λαρίνα.(γυναίκα του Μπουχάριν) είχε στείλει στο Χρουστιόφ (και μετά στους Μπρέζνιεφ, Αντρόποφ, Τσιερνιένκο και Γκορμπατσιόφ) έχει δημοσιευτεί πολλές φορές και προκάλεσε πολλές αντιδράσεις. Και είναι ενδεικτικό για το θέμα μας εδώ ότι όλοι οι σχολιαστές αναφέρονται στην περιγραφή της ΝιΚαΒεΝτέ από το Μπουχάριν ως μιας οργάνωσης που είχε μετατραπεί σε «δηλητηριώδη μηχανή που χρησιμοποιεί τις μεθόδους του Μεσαίωνα» για να κάνει τη βρόμικη δουλειά της με σκοπό να «τροφοδοτεί τη νοσηρή καχυποψία του Στάλιν, και φοβάμαι να πω περισσότερα» ( Μεντβέντγιεφ, όπ. π. σελ. 457 – 458).

Αποδεχόμενοι αυτή την εξήγηση είναι σαν να παραδεχόμαστε ότι ο Μπουχάριν θεωρούσε πλέον τον εαυτό του ξοφλημένο ως ενεργό αγωνιστή για τη υπόθεση για την οποία μια ολόκληρη ζωή αγωνίστηκε, και για τη χώρα του ως μαρξιστή επαναστάτη. Αφού δεν είναι δυνατό να πιστεύει κανείς ότι ύστερα από την ηθική πτώση την οποία ο ίδιος είχε επιλέξει, εξευτελίζοντας ηθικά τον εαυτό του, θα μπορούσε να λογίζεται ως επαναστάτης μαρξιστής, γνώρισμα του οποίου είναι το ηθικό του ανάστημα, κάτω από οποιεσδήποτε καταστάσεις. Κι όμως εκείνο που χαρακτήριζε την προσωπικότητά του ήταν η σταθερή και ανυποχώρητη θέλησή του να υπηρετήσει την υπόθεση της επανάστασης και του σοσιαλισμού – πάντα όμως με την πεποίθηση και την επίμονη θέλησή του να το πράξει αυτό μέσα από το κόμμα.

Και είναι αυτό που κάνει ακατανόητη την «επιλογή» του να αποκηρύξει μπροστά στο δικαστήριο και σε όλο το κόσμο (αφού η δίκη ήταν ανοιχτή στους δημοσιογράφους) όλο το προηγούμενο εαυτό του (δεχόμενος ότι λειτουργούσε ως εχθρός του κόμματος και του λαού!) , και να δηλώσει ότι στη φυλακή, ύστερα από ήρεμε σκέψη, οδηγήθηκε στη μεταμέλεια, στη μετάνοιααναπτύσσοντας μπροστά στο δικαστήριο έναν συλλογισμό, ο οποίος από τη μία δικαιολογεί το κατηγορητήριο ( απορρίπτοντας μόνο την κατηγορία ότι θα μπορούσε να είναι ένοχος στο σχέδιο για την εξόντωση του Λένιν, για συμμετοχή στη δολοφονία του Κίροφ και ότι συμμετείχε στην δήθεν δολοφονία του Γκόρκι!) και από την άλλη, παράλληλα, πιστοποιεί τη γνησιότητα της μεταμέλειάς του, πιστεύοντας ότι έτσι δημιουργεί την ηθική προϋπόθεση για να φύγει από τη ζωή χωρίς το βάρος της προδοσίας απέναντι στο κόμμα και το λαό. Εξηγώντας ότι η πράξη του αυτή δεν έχει σχέση με την χριστιανική μορφή εξομολόγησης και μετάνοιας.

Θα δώσω μόνο ένα απόσπασμα από αυτό το μέρος της απολογίας του το οποίο και θα σχολιάσω, χωρίς να τολμήσω βέβαια εδώ να προχωρήσω σε περαιτέρω αναλύσεις, πράγμα ιδιαίτερο δύσκολο, εξαιτίας και της αναξιοπιστίας αυτού του συλλογισμού, αυτού του σκεπτικού.. Πάντως, είναι ενδεικτικό το ότι αυτή την έσχατη στιγμή της ζωής του ενώ το κόμμα δεν κάνει καμία προσπάθεια να τον δεχτεί πίσω, στις γραμμές του (με την ελπίδα ότι αυτό θα του επέτρεπε να επιδιώξει να παίξει και πάλι έναν διακριτό ρόλο στο κόμμα), πράγμα που το επιδίωξε με διάφορους τρόπους παλιότερα, κυρίως με γραπτά κείμενά του, και με δηλώσεις του στην Κ.Ε. του κόμματος, όσο παρέμεινε τακτικό ή και αναπληρωματικό μέλος της. Τώρα ήταν ποια σαφές ότι ο Στάλιν δεν επιδίωκε μόνον την πολιτική, αλλά και τη φυσική του εξόντωση. Αυτό προκύπτει από τις αναφορές και τις αναλύσεις του Μ.Κουν. Η φυλάκισή του, οι ανακρίσεις και η ίδια η δίκη εδραίωσαν κατά έναν απόλυτο τρόπο τη βεβαιότητα ότι σύντομα θα έπαυε να ζει.

Στην κατάσταση αυτή δεν του έμεινε άλλο παρά η ηθική του εξιλέωση, ο καθαρμός της ψυχής με αυτοτιμωρία. – αφού προηγουμένως είχε απορρίψει την ιδέα της αυτοκτονίας.. Το ερώτημα είναι από τι; Από εγκλήματα τα οποία δεν διέπραξε; Η προσπάθειά του για ηθική εξιλέωση προϋπέθετε την αναγνώριση των «εγκλημάτων» του, την αποδοχή του κατηγορητηρίου. Αλλά με δεδομένο ότι όλες οι ενέργειές του, και στο δικαστήριο, ήταν ενέργειες ενός πολιτικού με σταθερή και αταλάντευτη ιδεολογική στράτευση, το ερώτημα είναι: α) ποιον πολιτικό στόχο εξυπηρετούσε αυτή η ενέργεια – αν για μια στιγμή αγνοήσουμε την ακύρωσή του από το γεγονός ότι με τη θέλησή του δέχτηκε τον ηθικό αυτοεξευτελισμό του, β) πώς αυτή η ενέργειά του συνάδει με την ιδεολογική του ταυτότητα; και γ) από ποιον ζητά ηθική εξιλέωση!

Ας δούμε τα σημεία εκείνα της απολογίας του που επιτρέπουν και δικαιολογούν την εξήγηση της ανάγκης του Μπουχάριν για μεταμέλεια, για μετάνοια.

«Τώρα θα μιλήσω για τον εαυτό μου, θα πω τι με οδήγησε στη μεταμέλεια. Σ αυτό βέβαια και οι αποδείξεις έπαιξαν μεγάλο ρόλο. Τρεις μήνες πεισματικά αρνιόμουν, τελικά όμως άρχισα να ομολογώ.. Γιατί; Γιατί στη φυλακή επανεκτίμησα όλο το παρελθόν μου. Ο άνθρωπος διερωτάται: αν πεθάνω, στο όνομα τίνος θα πεθάνω; και ξαφνικά του αποκαλύπτεται η απάντηση : δεν υπάρχει τίποτα για το οποίο θα πρέπει κανείς να πεθάνει, αν θέλει χωρίς μεταμέλεια να φύγει από τις γραμμές των ζωντανών. Αντίθετα, όλα αυτά τα καλά που προσφέρει η Σοβιετική Ένωση αποκτούν μια άλλη σημασία στη συνείδηση του ανθρώπου. Τελικά αυτό με έπεισε να κλίνω την κεφαλή μπροστά στο κόμμα και τη χώρα.......

Και αν κάποιος ρωτήσει : καλά, καλά αν από κάποιο θαύμα δεν πεθάνεις, προς τι όλο αυτό (η μεταμέλεια – μτφ); Αξίζει να μείνεις μοναχικός, ως εχθρός της πατρίδας, σε αναξιόπιστη για τον άνθρωπο κατάσταση, μακριά από κάθε τι; Σ αυτό το ερώτημα η απάντηση είναι η ίδια. Και τότε, συμπολίτες δικαστές, απότομα εξαφανίζεται η πικρία, η οργή και η έπαρση, που πιέζει την ψυχή του ανθρώπου. Και ακούει και την ηχώ από τον διεθνοποιημένο αγώνα, αφού εμφανίζεται η ηθική νίκη της Σοβιετικής Ένωσης εναντίον των αντιπάλων της που υποκύπτουν μπροστά τη»..

Στην απολογία του ο Μπουχάριν αποδέχεται τη λογική του Βισίνσκι ότι η απόκλιση από την άποψη του μπολσεβικισμού σημαίνει την προσχώρηση στον αντεπαναστατικό συμμοριτισμό, ότι ο αγώνας ενάντια στη γραμμή του κόμματος είναι συγχρόνως και αγώνας ενάντια στη σοβιετική εξουσία. Αυτή ήταν και η λογική όλης της ηγεσίας του κόμματος, όλης της Κεντρικής Επιτροπής, με εξαίρεση ίσως; την Κρούπσκαγια και την Ουλάνοβα, την αδερφή του Λένιν. Και γι αυτό έχουν δίκιο οι Μεντβέγιεφ όταν λένε ότι η ευθύνη για τα εγκλήματα είναι συλλογική (όπ.π. σελ.101). .. Αυτή η λογική ουσιαστικά καθιστά αδύνατη την οποιαδήποτε αντιπολίτευση στο κόμμα. Ακόμα και η σοβαρή αντιγνωμία εκλαμβάνεται ως ένδειξη ή και απόδειξη για τις εχθρικές προθέσεις του εν λόγω στελέχους απέναντι στο κόμμα. Έτσι έγινε στο ΚΚΕ, επί ηγεσίας Νίκου Ζαχαριάδη, ο χαρακτηρισμός «αντιηγετικός» μομφή που αυτόματα έθετε αυτόν προς το οποίο απευθυνόταν εκτός της Κ Ε ή ακόμα και εκτός του κόμματος, με προεκτάσεις έως και τη δίωξή του. Βλέπε την περίπτωση Κώστα Καραγιώργη.

Δεχόμενος ότι όταν ο Μπουχάριν αποφάσισε να συνεργαστεί με το δικαστήριο λειτούργησε και ως πολιτικός, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι αυτό είχε να κάνει με την ιδεολογική του ταυτότητα, στην καρδιά της οποίας είναι το κομμουνιστικό κόμμα και η Σοβιετική Ένωση – είναι ο μπολσεβικισμός. Ο Μπουχάριν θέλει να μείνει στη συνείδηση του κόμματος και του λαού ότι εξακολουθεί να είναι πιστός στον μπολσεβικισμό- στο κόμμα, στη Σ. Ε., στη λενινιστική ιδέα της επανάστασης. Αναγκαίο βήμα γι αυτό είναι να αποσείσει από πάνω του την ιδέα ότι είναι εχθρός του κόμματος, του λαού, κατάσκοπος, αντεπαναστάτης, τρομοκράτης.... Για να το πετύχει αυτό θα πρέπει πρώτα να παραδεχτεί ότι ήταν όλα αυτά. Αυτό είναι το τίμημα για το επόμενο βήμα – που είναι η μετάνοια, η μεταμέλεια. Όμως, δεν ζητά συγχώρεση, άφεση αμαρτιών, όπως συμβαίνει με τον χριστιανό που αμάρτησε., Ωστόσο, τον βασανίζει το ερώτημα «αν πεθάνω στο όνομα τίνος θα πεθάνω:» Θα πεθάνει στο όνομα εκείνου που θεωρεί ως κάτι δικό του, στη δημιουργία του οποίου συνέβαλε ο ίδιος με όλο του το είναι. Ο Μπουχάριν θεωρεί ως δική του τη Σοβιετική.Ενωση. Είναι ταυτισμένος με τη Σ. Ε.. Όχι με το Στάλιν, βέβαια. Αυτό προκύπτει από μια προσεκτική ανάγνωση της απολογίας του. Και δεν μετανοεί ενώπιον του Στάλιν (ούτε ενώπιον της Κ.Ε. που είναι ταυτισμένη μαζί του), μολονότι με τα απανωτά διαβήματά του (που συνοδεύουν τα κείμενα – μελέτες της φυλακής που στέλνει στο Στάλιν) «το πρώτο πράγμα που τον ενδιέφερε .... ήταν να αποδείξει ότι ήταν άξιος εμπιστοσύνης και ότι δεν ήταν ούτε “εχθρός του λαού”, ούτε κατάσκοπος, ούτε τρομοκράτης, αλλά ένας νομιμόφρων, αφοσιωμένος οπαδός του Στάλιν και μαθητής του Λένιν» (Μεντβέγιεφ,σελ. 466- 467).

Βέβαια, ποτέ δεν ήταν ο Μπουχάριν «αφοσιωμένος οπαδός του Στάλιν», ούτε τώρα. Θα μπορούσα να πω πολύ περισσότερο τώρα. Σύγχυση προξενεί στον αναγνώστη το γεγονός ότι στην απολογία του ταυτίζει τον Στάλιν με τη Σ.Ε. Μάλιστα, εκθειάζει τα επιτεύγματά της – χρησιμοποιώντας έναν τόνο άκρατης υπερβολής, στην καρδιά της δεκαετίας του 1930, σε ένα κλίμα γενικευμένου τρόμου και ηθικής ανομίας μιλά για «ηθική νίκη της Σοβιετικής Ενωσης εναντίον των αντιπάλων της που υποκύπτουν μπροστά της»,τονίζοντας ότι αυτό οφείλεται «στη σοφία των ηγετών της χώρας», πρωτίστως «πραγματικά οφείλεται στον Στάλιν».

Η εκτίμησή μου είναι ότι αυτή η εξιδανικευμένη εικόνα της Σ.Ε, συνοδευόμενη με το λιβάνισμα, ας το πούμε έτσι, του Στάλιν, δεν είχε να κάνει κυρίως με την αμυδρή έστω ελπίδα ότι ο Μπουχάριν μπορούσε να αποφύγει το θάνατο. Αποστασιοποιημένη . από το Στάλιν, αυτή η εξιδανικευμένη εικόνα της Σ.Ε. είχε να κάνει κυρίως με την αναζήτηση της απάντησης στο δραματικό ερώτημα : «στο όνομα τίνος θα πεθάνω; ». Η απάντηση που ταίριαζε στην επαναστατική μπολσεβίκικη ιστορία και ζωή του Μπουχάριν ήταν: στο όνομα αυτής της (εξιδανικευμένης) Σοβιετικής Ένωσης! Στο όνομα της ιστορίας στη διαμόρφωση της οποίας συμμετείχε ενεργά και ο ίδιος. Αυτή η εξήγηση φαίνεται να ενισχύεται από τη βεβαιότητά του ότι η εποχή του Στάλιν είναι παροδική, ότι είναι ορατή ( για τη γενιά της νεαρής γυναίκας του) μια άλλη εποχή όταν άλλοι άνθρωποι θα ηγούνται του κόμματος και της χώρας. Έτσι, πίστευε, μάλλον, ο Μπουχάριν ότι μπορούσε να δώσει νόημα στο θάνατό του, σ αυτό το μέγα ερώτημα για έναν επαναστάτη, για έναν πολιτικό και κοινωνικό διανοούμενο, ιδιαίτερα όταν βρεθεί σε μία κατάσταση η οποία διαχέεται από το κλίμα του παραλόγου, από την οποία απορρέει η αδυναμία λογικής εξόδου από αυτήν. Το ά-λογο παράλογο γίνεται προσπάθεια να αντιμετωπιστεί από ένα λογικό ή λογικοφανές παράλογο. Η »εκλογίκευση» του α- λόγου εμφανίζεται ως μορφή διεξόδου από το λογικό αδιέξοδο στο οποίο βρέθηκε (ή περιήλθε) ο Μπουχάριν. Αυτό το πετυχαίνει , ή πιστεύει μάλλον ότι το πετυχαίνει, χρησιμοποιώντας ως σημείο αναφοράς την εξιδανικευμένη εικόνα της ΣΕ, δηλαδή μια εικόνα με αντικειμενική ιστορική υπόσταση. Με άλλα λόγια ακουμπά τη σκέψη του και τη φαντασία του σε κάτι που το θεωρεί δικό του – τη Σοβιετική Ένωση, για τη δημιουργία και ανάπτυξη της οποίας έχει δώσει όλη του τη ζωή. Στο επίπεδο αυτό της φαντασίας η εικόνα της Σ.Ε. είναι αποσχετισμένη από το Στάλιν. Παράλληλα ο Στάλιν φραστικά αναγνωρίζεται ως η προσωποποιημένη συμπίκνωσή της, αλλά και ως ηγέτης που έχει από πίσω του την υποστήριξη του κόμματος και του μεγαλύτερου μάλλον μέρους του λαού. Το κάνει αυτό ο Μπουχάριν για λόγους τακτικής ή / και επειδή θέλει να εμφανιστεί ως ρεαλιστής; Το κάνει μάλλον για λόγους τακτικής, που στοχεύουν στην αποφυγή της θανάτωσής του, που είναι και το πλέον ρεαλιστικό!

Αυτή η πολύπτυχη αλλοτρίωση της συνείδησης με τις αλληλοαναιρούμενες αντιφάσεις της έχει την αιτία της στο ότι ο Μπουχάριν ως πολιτικός δεν μπόρεσε να αποσυνδέσει τη Σοβιετική Ένωση και το κόμμα από το Στάλιν. Δεν μπόρεσε να ακολουθήσει το παράδειγμα του Τρότσκι. Ο Μπουχάριν έμεινε δέσμιος της άποψης ότι ο τροτσκισμός οδηγεί στην αντεπανάσταση. Στο θέμα αυτό εξ αρχής ταυτιζόταν με την άποψη του Στάλιν, και του κυρίαρχου τμήματος της Κ.Ε.(όλης της Κ.Ε. επί ηγεμονίας Στάλιν).Αυτό επαναλαμβάνει και στην απολογία του λέγοντας ότι «η μοίρα του Τρότσκι είναι η αντεπαναστατική πολιτική».

Πάντως, αξίζει νομίζω εδώ να υπενθυμίσω – χωρίς να προχωρώ σε σχολιασμούς και σε αναλύσεις- ότι ο Τρότσκι, που μίλησε για προδοσία της επανάστασης από το Στάλιν, έκανε σαφή διαχωρισμό ανάμεσα στο Στάλιν και τη Σ.Ε. υπερασπίστηκε την Σ.Ε. την οποία ήθελε να απαλλάξει από το Στάλιν, από το σταλινικό καθεστώς και τη σταλινική σοβιετική γραφειοκρατία. Στο βιβλίο του Η προδομένη επανάσταση. Τι είναι και που πάει η σοβιετική Ένωση; (δημοσιεύτηκε το 1936)ο Τρότσκι μιλά για τη Σ.Ε. σαν τη δική του πατρίδα (βλ. Τρότσκι, Η προδομένη επανάσταση β΄ έκδοση, εκδόσεις Αλλαγή, 1984, , σελ. 157 – 8, 170, 178, 186-188).

Δεν θα προχωρήσω τώρα στην αποτίμηση αυτού του βιβλίου και όλης της πολιτικής φιλοσοφίας και πρακτικής του Τρότσκι. Αυτό που ενδιαφέρει εδώ είναι το γεγονός ότι η αποστασιοποίησή του από το σταλινικό κόμμα και τη σταλινική σοβιετική γραφειοκρατία, ακόμα, η αποστασιοποίησή του και από την Κομιντέρν επέτρεψε στον Τρότσκι να διατηρήσει την ταυτότητα του λενινιστή επαναστάτη, με την αυτόνομη δική του άποψη για το σοσιαλισμό, για την επανάσταση, για το εργατικό κίνημα, αλλά και για το κομμουνιστικό κόμμα και τον μπολσεβικισμό. Αυτό του επέτρεψε να διαμορφώσει και αναπτύξει τη δική του αυτόνομη στάση απέναντι στη Σ.Έ., που τη θεωρούσε και δικό του δημιούργημα, όπως και ο Μπουχάριν,( και όλοι οι ηγέτες της λενινιστικής φρουράς που διώχθηκαν και εξοντώθηκαν από τον Στάλιν), την οποία και ήθελε να τη δει να επανέρχεται στην λενινιστική της τροχιά, όπως την ερμήνευε και την ήθελε ο ίδιος και οι τροτσκιστές, όσο η Σ.Ε. υπήρχε ως κρατική οντότητα, Και είναι από αυτή την άποψη ενδεικτικό ότι οι τροτσκιστές χαιρέτισαν την περεστρόικα στην πρώτη φάση της , όταν η ΝΕΠ εμφανιζόταν ως το πλαίσιο αναφοράς για την επεξεργασία και ανάπτυξη της νέας οικονομικής πολιτικής η οποία, πίστευαν,θα υπηρετούσε την περεστρόικα, ένας από τους στόχους της οποίας ήταν και η πλήρης αποσταλινοποίηση του κόμματος και του συστήματος με την προβολή της πολιτικής της γκλαστνόστ, της διαφάνειας και της δημοκρατίας.

Αυτά βέβαια δεν σημαίνουν ότι τοποθετούμε εδώ άκριτα υπέρ του Τρότσκι,. και του τροτσκισμού.. «Απλώς» τονίζω κάτι το πολύ σημαντικό: ότι ο Τρότσκι αποστασιοποιημένος από το Στάλιν (και πολεμώντας ανοιχτά και με συνέπεια το σταλινικό σύστημα, τη σταλινική σοβιετική γραφειοκρατία), μπόρεσε να διατηρήσει ή και να αναπτύξει αυτόνομα την κριτική δημιουργική προσωπικότητά του., πράγμα που ήταν αδύνατο να το πράξει παραμένοντας στο κόμμα και στη Σ.Ε., που βέβαια τον περίμενε η φυσική του εξόντωση! Ήταν βέβαια γνώρισμα της προσωπικότητας και του Τρότσκι, όπως και όλων μάλλον των πρωτοκλασάτων στελεχών της λενινιστικής φρουράς, η απολυτότητα με την οποία υποστήριζαν τις απόψεις τους και η τάση «κάθετης» απόρριψης των απόψεων που απόκλιναν από τις δικές τους, ακόμα και από τη δική τους πολιτική, όταν είχαν την ευχέρεια (ή πίστευαν ότι είχαν την ευχέρεια) να την περάσουν ή και να την επιβάλουν στο κόμμα και στο λαό. Ο ολοκληρωτισμός ήταν γνώρισμα όλων ή σχεδόν όλων. Γι αυτό οι διαφορετικές απόψεις, κυρίως όταν αυτές εκφραζόταν με τη μορφή φράξιας μέσα στο κόμμα, δηλαδή οργανωμένης ξεχωριστής ομάδας με παραταξιακά χαρακτηριστικά, αντιμετωπίζονταν ως κάτι εχθρικό και επιζήμιο για το κόμμα, αφού αμφισβητούσε έμπρακτα την ενότητα του κόμματος, μια ιδέα που επί Στάλιν απόχτησε τα χαρακτηριστικά ιερής αρχής, που η παραβίασή της ισοδυναμούσε με αμάρτημα, ακόμα και με τη θρησκευτική έννοια. Γι αυτό και η επιστροφή του «φραξιονιστή» στο κόμμα έπρεπε να συνδυαστεί με την καταλυτική αυτοκριτική του. Πάντως και αυτή η «αρχή» στη δεκαετία του 1930, ειδικότερα μετά τις δίκες Κάμενεφ και Ζηνόβιεφ, είχε εντελώς καταργηθεί στο σταλινικό κόμμα. Ο Στάλιν, και κατ επέκταση η Κ.Ε. δεν δεχόταν τους «μετανοήσαντες». Θεωρούσε ψεύτικη την αυτοκριτική τους – κάτι που στις περισσότερες περιπτώσεις ήταν έτσι. Βέβαια, γι αυτό δεν έφταιγαν τα άτομα με κριτικό πνεύμα και με διαφορετικές απόψεις. Έφταιγε η έλλειψη δημοκρατίας που υποχρέωνε τα στελέχη και μέλη του κόμματος με κριτικό πνεύμα, ή έστω με διαφορετική άποψη από εκείνη του ηγέτη, της ηγεσίας του κόμματος, να αναπτύξουν την υποκριτική τους ικανότητα για να βρεθούν και πάλι ανάμεσα στους ενεργούς αγωνιστές, αφού γι αυτούς δεν υπήρχε άλλος χώρος να αγωνιστούν ως πολιτικά πρόσωπα για το σοσιαλισμό, για την επανάσταση από το σταλινικό κόμμα. (Βλ. για το θέμα αυτό σχετικές αναλύσεις μου στο βιβλίο Θ. Βακαλιός, Ο άνθρωπος μέσα στο επαναστατικό κίνημα, εκδ. Γρηγόρης, 1980).

Αυτό ακριβώς το κρίσιμο όριο είχε υπερβεί ο Τρότσκι συγκροτώντας σε ξεχωριστό δικό του (λενινιστικό) κόμμα και δική του (4-η) Διεθνή. Επρόκειτο γα την υπέρβαση ενός καθεστώτος σκέψης και κομμουνιστικής πρακτικής σύμφωνα με το οποίο ο κομμουνιστής με κριτικό πνεύμα που ήθελε να διατηρήσει την ιδιότητα του κομμουνιστή έπρεπε να βρει τη θέση του μέσα στο κόμμα, ακόμα και αν αυτό συνεπαγόταν την απώλεια της αυτόνομης προσωπικότητάς του. Ήταν και ο όρος για ν αλλάξει το κόμμα από τα μέσα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα στελέχη (με ορισμένη προσωπικότητα και με κριτικό πνεύμα) να περιμένουν την κατάλληλη στιγμή για να παρέμβουν με σκοπό την αλλαγή. Αυτό στην περίπτωση του σταλινισμού, προϋπόθετε το θάνατο του Στάλιν! Στο σταλινικό κόμμα (και μάλλον σε όλα τα κομμουνιστικά κόμματα της Τρίτης Διεθνούς) η ιδιότητα του κομμουνιστή ήταν συνυφασμένη με την ιδιότητα του μέλους του κόμματος. Η απώλεια της ιδιότητας του μέλους του κόμματος σήμαινε την απώλεια της ιδιότητας του κομμουνιστή Αυτή τη λογική και αυτή την κομμουνιστική κομματική φιλοσοφία και πρακτική την πρέσβευε και ο Μπουχάριν.

Σ αυτή την αντίληψη, που αποτελούσε την πεμπτουσία της σταλινικής κομματικής φιλοσοφίας και πρακτικής με προεκτάσεις και στην πολιτική του φιλοσοφία, δεν χωρούν οι φράξιες. Όμως αυτό δεν ταίριαζε με την εικόνα την οποία παρουσιάζει η ιστορία του κόμματος του Λένιν. Έτσι, που για να εμφανιστεί ο Στάλιν, και σ αυτό το θέμα, ως ο πιστός μαθητής και συνεχιστής του έργου του Λένιν, έπρεπε να παραβιαστεί η ιστορική αλήθεια. Πράγμα, που όπως είδαμε,το είχε κάνει ο ίδιος και το ιδεολογικό του κατεστημένο με απόλυτη συνέπεια.

.

Από αυτή την άποψη ο Τρότσκι αποκαθιστά την αλήθεια όταν λέει ότι με το Λένιν στην κεφαλή της ηγεσίας του κόμματος η «ελευθερία της κριτικής και η ιδεολογική πάλη ήταν το αμετάκλητο περιεχόμενο της δημοκρατίας στο Κόμμα.. Η τωρινή θεωρία ότι ο Μπολσεβικισμός δεν άντεχε τις φράξιες είναι ένας μύθος της εποχής της παρακμής. Στην πραγματικότητα η ιστορία του Μπολσεβικισμού είναι η ιστορία της πάλης των φραξιών...» Διευκρινίζοντας ότι οι ιδεολογικές συγκρούσεις και η δημιουργία ομάδων μέσα στο κόμμα είναι γνώρισμα της γνήσιας επαναστατικής οργάνωσης, τολμηρών δημιουργικών ατόμων που θέλουν ν’ αλλάξουν τον κόσμο, προσθέτοντας την κρίσιμη παρατήρηση ότι οι αντιπαραθέσεις χαρακτήριζαν ένα κόμμα το οποίο λειτουργούσε με βάση τις αρχές του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, (Τρότσκι, όπ.π.. σελ. 83 -85) κατά τρόπο θα έλεγα εγώ, που επέτρεπε στην ηγεσία του να προχωρεί σε συνθέσεις που λύνουν τα προβλήματα τα οποία ανέκυψαν και οδηγούν το κόμμα, ως συνολική οργανωτική, πολιτική και ιδεολογική οντότητα να τραβάει μπροστά, χωρίς να καταργεί την ελευθερία της κριτικής και της πολιτικής και ιδεολογικής αντιπαράθεσης που το παρακολουθεί και το χαρακτηρίζει σε όλη την ιστορική του διαδρομή.

Στο σημείο αυτό αισθάνομαι την ανάγκη να επαναλάβω ότι είναι αμφίβολο αν ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός θα μπορούσε να λειτουργήσει κατ αυτόν τον τρόπο χωρίς ένα κοινό θεωρητικό πλαίσιο (το μαρξισμό) και κυρίως χωρίς την χαρισματική προσωπικότητα του Λένιν, με τη βαθιά θεωρητική- φιλοσοφική και την ευρύτερη παιδεία του, αλλά και χωρίς την πολιτική του διορατικότητα, την ικανότητά του να προχωρεί σε συνθέσεις στο επίπεδο της σκέψης, μαζί με την ικανότητα του να πείθει για τις απόψεις του, αλλά και τη θέλησή του να χρησιμοποιεί την πειθώ ως τη μέθοδο, αλλά και ως όρο για την συνοχή, την ενότητα του κόμματος, που ποτέ δεν την αντιμετώπιζε με σταθερούς και παράλληλα στατικούς όρους. Ο διαλεκτικός στη σκέψη και στην πολιτική πράξη Λένιν ήταν το σήμα κατατεθέν του μπολσεβίκικου κόμματος για το οποίο μιλά ο Τρότσκι. Και είναι βέβαιο ότι μετά το θάνατο του Λένιν το κομμουνιστικό κίνημα δεν γέννησε μια τέτοια προσωπικότητα, αλλά και αμφίβολο αν με τη σταλινοποίησή του το κομμουνιστικό κόμμα, το κομμουνιστικό κίνημα θα μπορούσε να γεννήσει μια τέτοια προσωπικότητα. Γι αυτό είναι χωρίς αντίκρισμα η τάση να εμφανίζεται ο Λεόν Τρότσκι ως εφάμιλλη θεωρητική και ηγετική προσωπικότητα με τον Λένιν, μολονότι διέθετε κάποια από τα γνωρίσματά του, όπως το κριτικό του πνεύμα, η αναλυτική και συνθετική του ικανότητα, με πολλά στοιχεία διαλεκτικής σκέψης, η οξυδέρκειά του όσον αφορά την κατάληξη του σταλινικού κόμματος και του σταλινικού σοσιαλισμού. Ίσως η αδυναμία του Μπουχάριν να το αντιληφθεί αυτό σε όλο του το βάθος ήταν ότι «δεν είχε καταλάβει ποτέ πλήρως» τη διαλεκτική (Λένιν), την οποία «πέτυχε» να δογματοποιήσει ο Στάλιν!

Ο Στάλιν είχε απολέσει την ταυτότητα του λενινιστή επαναστάτη, όπως και όλη η ηγεσία του κόμματος, μολονότι εξακολουθούσαν να θεωρούν (να υποστηρίζουν ότι θεωρούν) ως πρότυπο επαναστάτη, ακόμα και ως πρότυπο διανοητή, το Λένιν. Βέβαια, στο μεταξύ το σταλινικό κατεστημένο επιδίωξε επίμονα και μεθοδικά να διαμορφώσει την εικόνα του Λένιν που προσιδίαζε στην εικόνα του Στάλιν όπως αυτή εμφανιζόταν στην πραγματικότητα, με τις επιλογές και τις ενέργειές του στο επίπεδο της πολιτικής ή ακόμα και της θεωρίας.

Ο Μπουχάριν, ειδικά μετά την ρήξη του με το Στάλιν, προσπάθησε να αναβιώσει το πνεύμα του Λένιν για τη λειτουργία του κόμματος, καθώς και την πολιτική του φιλοσοφία (βλέπε την εισήγησή του στην Κ.Ε. του κόμματος για την πραγματική πολιτική διαθήκη του Λένιν), αλλά τελικά ηττήθηκε. Εξάλλου, δεν σκέφτηκε ποτέ τη δημιουργία άλλου κόμματος, ούτε αμφισβήτησε σοβαρά την αρχή της ενότητας του κόμματος ως υπέρτατης αρχής που η παραβίασή της ισοδυναμούσε με την προδοσία του μπολσεβικισμού. Στη δεκαετία, άλλωστε, του 1930 η σταλινική αρχή της πολιτικής και ιδεολογικής μονολιθικότητας του κόμματος είχε εξελιχθεί σε καθεστώς της κομματικής συνείδησης των μελών της Κ.Ε. με προέκταση σε όλο το κόμμα, έτσι που η οποιαδήποτε τέτοια προσπάθεια θα οδηγούσε σε πλήρη αποτυχία. . Με το Στάλιν η ενότητα κι η πολιτική και ιδεολογική μονολιθικότητα του κόμματος είχε πάρει το χαρακτήρα ιερής αρχής που η παραβίασή της ήταν παράπτωμα, με τα χαρακτηριστικά του θεοκρατικού χριστιανικού αμαρτήματος- με τις προεκτάσεις της σε όλο το υπερσυγκεντρωτικό σύστημα της χώρας. Και είναι ενδεικτικό νομίζω ότι σε όλη αυτή την περίοδο, αλλά και μετά, δεν μπόρεσαν να στεριώσουν τροτσκιστικές οργανώσεις στη Σ.Ε. Το λέω αυτό χωρίς πλήρη γνώση του θέματος.

Στην αποδοχή της αρχής της μονολιθικότητας του κόμματος θεωρώ βέβαιο ότι έπαιξε ρόλο και η απειλή της χιτλερικής Γερμανίας, αλλά και η κατάσταση του περικυκλωμένου φρουρίου, καθώς και η χειραγωγική της εκμετάλλευση από το σταλινικό ιδεολογικό κατεστημένο. Μέσα σ αυτό το κλίμα, μάλλον και στην αντίληψη του Μπουχάριν, η στάση του Τρότσκι ήταν μία στάση εχθρική προς την «πατρίδα», η οποία όσο και αν λειτουργούσε στη σκέψη του ανεξάρτητα από το Στάλιν, ωστόσο δεν ήταν δυνατό να αγνοηθεί το γεγονός ότι επικεφαλής της χώρας, πραγματικός της ηγέτης ήταν ο Στάλιν και ότι χωρίς αυτόν ήταν στην πράξη αδιανόητη η περιφρούρησή της, η αποτροπή της απειλής και η αντιμετώπιση της επικείμενης επίθεσης εναντίον της.

Δεν αισθάνομαι απολύτως έτοιμος να προχωρήσω στην ανάλυση των συνειδησιακών διεργασιών που συνεπάγεται αυτή η στάση του Μπουχάριν και τόσων άλλων. Και δεν υπάρχει λόγος βέβαια να το επιχειρήσω αυτό εδώ.. Πάντως, είναι βέβαιο ότι ο πατριωτισμός λειτούργησε ως ανασταλτικός παράγοντας που εμπόδισε πολλούς να στραφούν εναντίον του Στάλιν.

Ο Μπουχάριν δεν υποστήριξε ποτέ και δεν πίστευε, μάλλον, ότι ο Στάλιν πρόδωσε την επανάσταση.. Αν το πίστευε αυτό πιθανόν να ακολουθούσε το παράδειγμα του Τρότσκι. Η διαφορά του με τον Στάλιν αφορούσε το μοντέλο ανάπτυξης που έπρεπε να εφαρμόσει το κόμμα με βάση το υπόδειγμα της ΝΕΠ, με την εγγενή δημοκρατία που περιέκλεινε μέσα του οργανικά αυτό το υπόδειγμα Πράγμα που σήμαινε ότι η άποψή του ήταν στον αντίποδα της σταλινικής αναπτυξιακής επιλογής, με καθοριστικά σε αυτή την επιλογή τα στοιχεία της πολιτικής του «πολεμικού κομμουνισμού», στις νέες συνθήκες και με τις νέες δυνατότητες της κοινωνίας για την ταχύρυθμη εκβιομηχάνιση της χώρας, που ήταν στην καρδιά αυτής της επιλογής.

Ο Μπουχάριν δεν καλούσε σε επανάσταση τους εργάτες για την ανατροπή του σταλινικού γραφειοκρατικού καθεστώτος και του κόμματος* και δεν έβγαζε αυτό το κόμμα έξω

_______________________

* Ενισχυτική αυτής της εκτίμησης είναι η πληροφορία του ιστορικού (αντικομουνιστή) Αμντουράχμαν Αντορχάνοφ, την οποία ο Μ. Κουν θεωρεί πειστική, ότι σε μια εμπιστευτική συνάντηση – συζήτηση οπαδών του Μπουχάριν, το καλοκαίρι του 1930, οι οποίοι σκέφτηκαν να προχωρήσουν σε σοβαρότερες μορφές αντίστασης, στο ερώτημα αν πιστεύει και ο ίδιος ότι υπάρχει ανάγκη για χειρουργική επέμβαση, ο Μπουχάριν βρέθηκε αμήχανος να απαντήσει. Είπε μόνον ότι στο χέρι ενός απρόσεκτου χειρούργου το μαχαίρι μαζί με την εξαφάνιση του έλκους μπορεί ίσως να θέσει τέρμα στη ζωή του νεαρού οργανισμού. Ενώ στον αντίλογο ότι «αν το έλκος είναι θανατηφόρο, τότε ακόμα και μια τέτοια εγχείρηση είναι ανακούφιση για τον οργανισμό», ανέπτυξε τη σκέψη που για μας εδώ έχει την ιδιαίτερη αξία της. Είπε μεταξύ άλλων : «στην επανάστασή μας πρέπει να κάνουμε τη διαφορά ανάμεσα στη μεταβαλλόμενη μορφή του ανώτερου κυβερνητικού στρώματος και στο σταθερό περιεχόμενο του κοινωνικού συστήματος. Τα οράματα του σοσιαλισμού και της κοινωνικής δικαιοσύνης στο όνομα των οποίων κάναμε την επανάσταση , δεν μπορεί να γίνουν θύματα της πάλης που γίνεται στην κορυφή του κόμματος ανάμεσα σε διάφορες ομάδες. Η αδέξια οδήγηση του άριστου αυτοκινήτου δεν προκαλείται από λάθος του αυτοκινήτου. Είναι βλακεία να το καταστρέψουμε μόνον για να απομακρύνουμε τον οδηγό» O Μουχάριν έκανε σχεδόν μιας ώρας διάλεξη για να εξηγήσει ότι αν και δεν θέλει στο επικείμενο 16-ο συνέδριο του κόμματος να υποταχθεί πανηγυρικά μπροστά στο Στάλιν , ωστόσο δεν σκέπτεται να επιστρέψει στις προηγούμενες επιθέσεις του εναντίον του «αρχηγού».

-------------------------------------------------

από την έννοια της σοβιετικής πατρίδας παρά την αποστασιοποιμένη από το Στάλιν εικόνα της στη συνείδησή του.. Την εκτίμηση αυτή έρχεται να πιστοποιήσει η πληροφορία του Μίκλος Κουν σχετικά με το ταξίδι του στη Δύση..

Στις αρχές του 1936 ο Στάλιν είχε στείλει τον Μπουχάριν στη Δυτική Ευρώπη να διαπραγματευτεί με τους Γερμανούς σοσιαλδημοκράτες ,οι οποίοι είχαν φύγει από την πατρίδα τους και αντιμετώπιζαν οικονομικά προβλήματα, την αγορά της διαθήκης των χειρογράφων του Μαρξ και του Ένγκελς. Είχε πάρει μαζί του και τη γυναίκα του. Ο Μπουχάριν ήταν ακόμα συντάκτης της Ισβέστια. Στις 3 Απρίλίοου στο Παρίσι, που ήταν και το τέρμα του ταξιδιού του στη Δυτική Ευρώπη, μίλησε σε μια εκδήλωση με θέμα τα πολιτιστικά προβλήματα της σύγχρονης εποχής. Εκεί ρωτήθηκε τι θα του συμβεί αφού επιστρέψει στην πατρίδα του. Του πρότειναν να μείνει στη Δύση με τη γυναίκα του, που ήταν έγκυος Ο Μπουχάριν απάντησε ότι είναι ανίκανος να το κάνει αυτό, παρά το ότι γνώριζε τι τον περίμενε. Ο Ζηνόβιεφ και ο Κάμενεφ ήταν ήδη στη φυλακή και φαινόταν προδιαγεγραμμένη η τύχη τους.. Απάντησε ότι του είναι αδύνατο να κάνει κάτι ανάλογο με αυτό που έκανε ο Τρότσκι :να εκδώσει μια εφημερίδα ή να κάνει ένα αντισοβιετικό κέντρο, και μάλιστα σε μια στιγμή που ο Χίτλερ ετοιμάζονταν για τον πόλεμο ενάντια στη Σ.Ε. Είπε ότι σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση για τη χώρα του η άρνησή του να επιστρέψει στην πατρίδα θα αδυνάτιζε τη θέση της.

Νομίζω ότι αυτή η πληροφορία επιτρέπει να υποθέσουμε (ή ακόμα και να συμπεράνουμε) ότι το πατριωτικό αίσθημα, το χρέος απέναντι στην πατρίδα (τη Σοβιετική Ένωση), λειτουργώντας μέσα από μια ιδιότυπη λογική, η οποία απόκλινε από εκείνη του Τρότσκι, συνέβαλε στην απόφασή του να «συνεργαστεί» με τους δημίους του, απαλλάσσοντας έτσι το Στάλιν ακόμα και από την υπόνοια να αμφισβητηθεί η απόλυτη κυριαρχία του στο κόμμα και στο κράτος. Και ήταν αυτό που ζητούσε ο Στάλιν για να κυβερνήσει τη χώρα συνεχίζοντας την παράδοση του Μεγάλου Πέτρου, αλλά και τον Ιβάν του Τρομερου!

Σύμφωνα με τους Μεντβέγιεφ, στη δεκαετία του 1930 «ο Στάλιν είχε αρχίσει να φαντάζεται τον δικό του ρόλο στη ρωσική ιστορία ως συνεχιστή της παράδοσης του Ιβάν ως του δημιουργού ενός πανίσχυρου κεντρικού κράτους. Οι επινοημένες δικαιολογίες για τη σκληρότητα του Ιβάν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στο μέλλον για να νομιμοποιήσουν τη χρήση της τρομοκρατίας από τον ίδιο το Στάλιν» (Ζορές και Ρόι Μεντνβέγιεφ, όπ. π. σελ. 427- 428).Εξάλλου, του άρεσε να λέει ότι θα τον κρίνει η ιστορία..

Και είναι αμφίβολο αν, με αυτά τα πρότυπα κυβερνήτη άλλος ηγέτης θα μπορούσε να πραγματοποιήσει την ταχύρυθμη εκβιομηχάνιση (που διέκρινε την άποψη του Στάλιν) και τον εκσυγχρονισμό της Ρωσίας, της Σ.Ε., σε μια χώρα με κυρίαρχο στη σύνθεση του προλεταριάτου του εργάτη με αγροτική προέλευση, με τις προεκτάσεις του φαινομένου αυτού και στη σύνθεση του κόμματος. Σε μια πολυεθνική πολυπολιτισμική χώρα η οποία επιλέχτηκε να κυβερνηθεί σε μια αυτοκρατορική αντίληψη του κράτους και της εξουσίας.

Και βέβαια, με αυτά τα δεδομένα, και χωρίς τις δίκες σκοπιμότητας (που δεν εξέφραζαν κάποια ιστορική πολιτική αναγκαιότητα), είναι απολύτως βέβαιο ότι το σταλινικό ΚΚΣΕ και η Σοβιετική Ένωση, το σταλινικό σοβιετικό σύστημα, ήταν αδύνατο να λειτουργήσει δημιουργικά ως πρότυπο για τα κομμουνιστικά κόμματα των βιομηχανικά προηγμένων χωρών, με δημοκρατική παράδοση και κουλτούρα, ακόμα και για τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης που μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο περιήλθαν στη σφαίρα επιρροής της Σ.Ε. Γι αυτές τις χώρες πιο κοντά ήταν η άποψη του Μπουχάριν για την μετάβαση στο σοσιαλισμό και για το σοσιαλισμό. Όμως αυτό είναι ένα θέμα με αυτόνομη δική του λογική στο οποίο δεν μπορούμε και δεν υπάρχει λόγος εδώ να ασχοληθούμε διεξοδικά.

Θανάσης Βακαλιός